Ρεπορτάζ | Δημοσίευση: 12/03/2016
συνέντευξη στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (απόσπασμα) Στο θέμα των σχέσεων Πολιτείας-Εκκλησίας κάνετε ένα βήμα προς την κατεύθυνση άμβλυνσης του ρόλου της Εκκλησίας, όπως π.χ. στα Θρησκευτικά και κατόπιν υπαναχωρείτε. Είναι κινήσεις κατευνασμού του αριστερόστροφου ακροατηρίου σας που επιθυμεί τον διαχωρισμό και από ουσία μηδέν;
– Οι σχέσεις Πολιτείας-Εκκλησίας είναι συνταγματικά προσδιορισμένες. Εν όψει της συνταγματικής αναθεώρησης θα συζητήσουμε την ανάγκη να αποσαφηνιστούν οι εκατέρωθεν διακριτοί ρόλοι προς όφελος του λαού. Υπάρχει πάντοτε βέβαια η δυναμική των εξελίξεων, όπως τώρα που η Εκκλησία δραστηριοποιείται με φιλανθρωπική δράση για την αντιμετώπιση του προσφυγικού. Το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να αναμορφωθεί και ήδη στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής έχουν εκπονηθεί πιλοτικά προγράμματα προκειμένου τα Θρησκευτικά να πάψουν να είναι ομολογιακό μάθημα και να γίνουν μάθημα γνώσης των θρησκειών, με έμφαση στην ιδιαίτερη παρουσίαση του πολιτισμικού ρόλου της Ορθοδοξίας στη χώρα μας. Είμαστε σε διάλογο με εκπροσώπους της Εκκλησίας. Είναι προφανές ότι η αναμόρφωση των Θρησκευτικών είναι προϋπόθεση για να παραμείνουν υποχρεωτικό μάθημα.
– Τι συστήνετε στους εκπαιδευτικούς, να αποδέχονται τις επισκέψεις μητροπολιτών και ιερέων στο σχολείο για συζήτηση με τους μαθητές;
– Σύμφωνα με τον νόμο, η έγκριση εισόδου τρίτων σε σχολείο για να μετέχουν σε εκδηλώσεις και όχι μαθήματα ανήκει στην ευθύνη του διευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων. Αντιλαμβάνεστε ότι το υπουργείο δεν μπορεί να επιτρέπει σε οποιονδήποτε ιδιώτη ή φορέα να παρεμβαίνει στη διδασκαλία, να υποκαθιστά στο μάθημα τους εκπαιδευτικούς και πολύ περισσότερο να «συνδιδάσκει» ή να «επιτηρεί» εκπαιδευτικούς.