ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Η Εκκλησία βλέπει στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου το τιμιώτατο πλάσμα του Θεού, για τη σωτηρία του οποίου ο Χριστός προσέφερε το αίμα Του. Διαφυλάττουσα στο πνευματικό Της Αρτοφόριο, σαν πολύτιμο θησαυρό, την Εντολή του Χριστού για έμπρακτη αγάπη του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπο, δραστηριοποιείται με ποιμαντική ευθύνη σε έργα ευποιίας, που θεραπεύουν και τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου, όχι σαν αφορμές επίδειξης, αλλά ως ευκαιρίες έκφρασης της αγάπης Της προς την εικόνα του Θεού.
Έτσι, εκτός του ότι, μόνο για το 2011 οι Ιερές Μητροπόλεις, οι Ιεροί Ναοί, οι Ιερές Μονές και τα Εκκλησιαστικά Ιδρύματα κατέβαλαν όλες τις νόμιμες φορολογικές εισφορές, που ανέρχονται στο ποσόν των 12.584.139,92 €, γεγονός το οποίο ενίοτε αποσιωπάται, τα 700 περίπου Εκκλησιαστικά Ιδρύματα ανά την Επικράτεια αποδεικνύουν ότι η Ποιμαίνουσα Εκκλησία αφουγκράζεται τον πόνο και τις δυσκολίες των ανθρώπων και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τους ανακουφίσει.
Κανένας οργανισμός και καμμία άλλη οργάνωση δεν επιτελεί τέτοιο και τόσο μεγάλο έργο, όπως η Εκκλησία, που θα ήταν μεγαλύτερο, αν δεν είχε ήδη προσφέρει το σύνολο σχεδόν της περιουσίας Της στο Κράτος και αν μπορούσε να αξιοποιήσει τα δεσμευμένα απ αυτό ακίνητά Της.
Το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας γίνεται μέσα στα πλαίσια της ορθόδοξης ανθρωπολογίας. Δεν πρόκειται για προσφορά μόνον υλικών αγαθών για τη συντήρηση του σώματος, αλλά για ποιμαντική διακονία προς τον όλο άνθρωπο.
Η Εκκλησία αποδοκιμάζουσα τις νοοτροπίες και τις πρακτικές, που οδήγησαν στη σημερινή πολύπλευρη κρίση, για την οποία είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι, στην επιλογή των Κυβερνώντων, αλλά και εκείνες τις φωνές, οποθενδήποτε προερχόμενες, που καταφέρονται κατά του Ελληνικού Λαού, δεν θα σταματήσει να προσεύχεται, να λειτουργεί και να βοηθεί πνευματικά και υλικά τον άνθρωπο, και να επιδιώκει τη συνεργασία με την Πολιτεία στην ανακούφιση των προβλημάτων του.
Η Εκκλησία, διδάσκουσα μετά του ιερού Χρυσοστόμου ότι «το χρήμα είναι που δεν αφήνει τους ανθρώπους να είναι άνθρωποι, αλλά τους κάνει να συμπεριφέρονται ως θηρία και δαίμονες», καλεί όλους σε αυτοκριτική και μετάνοια, σε απάρνηση της «θρησκείας της φιλαργυρίας» και επιστροφή στην ευαγγελική ζωή και την αγάπη προς τον πλησίον.
Πιστεύει, τέλος, και διακηρύσσει ότι το θάρρος και η αισιοδοξία, η ελπίδα και η πίστη, ο ψυχικός και πνευματικός πλούτος, είναι τα βασικά μας εφόδια για την υπέρβαση των σημερινών αδιεξόδων.
Με αυτά ως Ορθόδοξοι Έλληνες, αλλά και με το φιλότιμο, αντιμετωπίσαμε όλες τις δυσκολίες της ζωής μας και κατά το παρελθόν και εξήλθαμε νικητές από τις διάφορες κρίσεις που περάσαμε.
Με αυτά θα νικήσουμε και πάλι!
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας
της Εκκλησίας της Ελλάδος