ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Ἡ Ὁλομέλεια τοῦ ΣτΕ δικάζοντας τήν ἀπό 27/11/2011 αἴτησή μας γιά τήν ἀκύρωση τῆς ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. ΕΥΔΕΚ/οικ/760/7.11.2011 κοινῆς Ὑπουργικῆς Ἀποφάσεως τῶν Ὑπουργῶν Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων, Πολιτισμοῦ καί Ἀθλητισμοῦ καί Ἀνάπτυξης, Ἀνταγωνιστικότητας, Ὑποδομῶν, Μεταφορῶν καί Δικτύων, μέ τήν ὁποία προβλέπεται «ἡ χρηματοδότηση τῶν πάσης φύσεως δαπανῶν γιά τήν ὑλοποίηση τοῦ ἔργου τῆς μετασκευῆς τοῦ πρώην Κεντρικοῦ Συνεργείου Αὐτοκινήτων Ναυτικοῦ (Κ.Σ.Α.Ν.) σέ χρήση τεμένους...» ἐρρειδομένης ἐπί τοῦ Νόμου 3512/2006 «Ἰσλαμικό Τέμενος καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 264/2006) ἀπέρριψε κατά πλειοψηφία τήν αἴτησή μας ἐκδίδοντας τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2399/2014 Ἀπόφασή της.
Ἐπειδή ὅπως θυμόσοφα λέει ὁ λαός μας καί οἱ κρίνοντες κρίνονται θά σχολιάσουμε τήν ἐκδοθεῖσα Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ ἀποδεικνύοντας ὅτι ἐξεδόθη κατά πρόδηλη παράβαση τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος τό ὁποῖο θεσμικά ὀφείλει νά ὑπερασπίζεται.
Εἰδικώτερα ἀπέρριψε τόν λόγο ἀκυρώσεως ὅτι ἡ ἀνωτέρω Ὑπουργική Ἀπόφαση ἦταν ἀκυρωτέα διότι ἡ ἐγκατάσταση τοῦ Ἰσλαμικοῦ τεμένους στό Βοτανικό ἐν ὄψει τῶν ἐπιπτώσεων πού θά ἔχει ἡ λειτουργία του (συγκέντρωση μεγάλου ἀριθμοῦ Μουσουλμάνων γιά προσευχή, ἠχητικές ὀχλήσεις, προβλήματα κυκλοφορίας) στήν καθημερινή ζωή τῶν περιοίκων, στό φυσικό πολιτιστικό καί ἀνθρωπογενές περιβάλλον καί στήν αἰσθητική τῆς πόλεως, ἀφ’ ἑνός προσβάλλει τό δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης ἀνάπτυξης τῶν κατοίκων καί τήν ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας, ἀφ’ ἑτέρου δέ στερεῖται τῆς ἀπαιτουμένης κατά τά ἄρθρα 24 καί 26 τοῦ Συντάγματος καί τήν Νομολογία τοῦ Δικαστηρίου τῆς ΕΕ αἰτιολογίας, ἐφ’ ὅσον δέν προκύπτει ἡ ὕπαρξη ἐξαιρετικῶν λόγων πού νά διακιολογοῦν τήν συγκεκριμένη χωροθέτηση ἀπ’ εὐθείας μέ διάταξη Νόμου καί δέν ἔχει προηγηθεῖ σχετική περιβαλλοντική ἐκτίμηση καί δέν ἔχουν ἐρευνηθεῖ ἐναλλακτικές λύσεις ὀλιγώτερο ἐπεχθεῖς γιά τό περιβάλλον. Ἀπέρριψε τόν ἀνωτέρω λόγο ἀκυρώσεως χωρίς, κατά τή γνώμη μας, ἐπαρκῆ αἰτιολογία διότι ἡ χωροθέτηση ὁποιουδήποτε ἔργου ὡς ἀτομική ρύθμιση χωροταξικοῦ καί πολεοδομικοῦ σχεδιασμοῦ, τελεῖ κατά τό ἄρθρο 24 τοῦ Συντάγματος ὑπό συγκεκριμένες οὐσιαστικές καί διαδικαστικές προϋποθέσεις (Ὁλομ. ΣτΕ 1970/2012, 3059/2009), ὅταν δέ, κατ’ ἐξαίρεση καίτοι ἀποτελεῖ ἀτομική ρύθμιση, ἐπιχειρεῖται ἀπό τήν Νομοθετική ἐξουσία πρέπει, ἐν ὄψει καί τῶν ἄρθρων 26 καί 4 τοῦ Συντάγματος:
α. Νά αἰτολογεῖται ἀπό τήν ἄποψη τῆς συνδρομῆς τῶν ἐξαιρετικῶν πρός τοῦτο λόγων, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά προκύπτουν ἀπό τίς προπαρασκευαστικές ἐργασίες τοῦ Νόμου καί ὑπό τήν προϋπόθεση ὅτι μέ τίς ρυθμίσεις αὐτές δέν θίγονται ἀτομικά δικαιώματα καί δέν παραβιάζονται ἄλλες συνταγματικές διατάξεις ἤ ἀρχές καθώς καί σχετικοί ὁρισμοί τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου καί
β. Νά γίνεται κατόπιν ἐκτιμήσεως εἰδικῆς ἐπιστημονικῆς μελέτης (Ὁλομ. 1970/2012, 123/2007, 415/2011). Στήν προκειμένη περίπτωση ἡ προσβληθεῖσα πράξη ἀφορᾶ σύμφωνα μέ τήν παρ. 5 τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Ν. 3512/2006 στήν προβλεπομένη ἀπό τήν παρ. 2 τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ Κρατική χρηματοδότηση τῆς κατασκευῆς τοῦ Ἰσλαμικοῦ τεμένους, πρόκριμα ὅμως καί πρϋπόθεση τῆς νομιμοτητός της εἶναι ἡ ἐπιλογή τοῦ συγκεκριμένου χώρου στόν ὁποῖο θά κατασκευαστεῖ τό τέμενος (χωροθέτηση) καί ἡ ἐν εὐρεία ἐννοία
νομιμότητα τῆς ἐπιλογῆς αὐτῆς. Εἰδικώτερα δέ ἡ συνταγματικότητα τῆς σχετικῆς ἀτομικῆς ρυθμίσεως τοῦ Νόμου, δέν ὑφίσταται γιά τήν ἐν λόγῳ χωροθέτηση, διότι ἡ ἀναφερομένη στήν αἰτιολογική ἔκθεση τοῦ Νόμου 4014/2011 ἀπόφαση ἀπό 26/9/2011 τῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ὁργανισμοῦ Ἀθήνας, ἔχει ὡς μόνο ἀντικείμενο τήν συμπλήρωση τῶν ἐπιτρεπομένων χρήσεων τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τοῦ Ἐλαιώνα καί δέν στηρίζεται σέ καμμιά ἀναλυτική μελέτη ἀλλά σέ ἁπλή εἰσήγηση τῆς προϊσταμένης τοῦ ἐν λόγῳ Ὀργανισμοῦ.
Ἀπέρριψε ἐπίσης ἡ Ὁλομέλεια τοῦ ΣτΕ, χωρίς ἐπαρκῆ αἰτιολογία τόν βάσιμο λόγο ἀκυρώσεως τῆς κοινῆς Ὑπουργικῆς Ἀποφάσεως ὅτι οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Ν. 3512/2006 (Ἰσλαμικό Τέμενος) ὅπως ἔχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπό τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 5 στοιχεῖο ii τοῦ ν. 4014/2011 ἀντίκεινται στίς ἀρχές τῆς διακρίσεως τῶν ἐξουσιῶν καί τῆς ἰσότητος (ἀρ. 26 καί 4 τοῦ Συντάγματος) κατά τό μέρος πού μέ αὐτές θεσπίζονται ἀτομικές ρυθμίσεις χωρίς ἡ ἐπιλογή τῆς νομοθετικῆς ὁδοῦ νά αἰτιολογεῖται εἰδικῶς οὔτε καθ’ ἑαυτήν οὔτε ἐν σχέσει πρός τή μή τήρηση τῶν διαδικασιῶν πού προβλέπονται ἀπό τήν σύμφωνη μέ τό Σύνταγμα Νομοθεσία περί ἱδρύσεως καί λειτουργίας λατρευτικῶν χώρων (ἄρθρ. 1 τοῦ ἀναγκ. Ν. 1363/1938 ὅπως τροποποιήθηκε μέ τό ἄρθρ. 1 τοῦ ἀναγκ. Ν. 1672/1939, ΦΕΚ Α΄ 123) ἐνῶ ὅπως συνάγεται ἀπό τόν συνδυασμό τῶν διατάξεων 4 παρ. 1, 20 παρ.1 καί 26 τοῦ Συντάγματος δέν ἀποκλείεται μέν, κατ’ ἀπόκλιση ἀπό τήν συνήθη διοικητική διαδικασία, πού προβλέπεται ἀπό τήν κειμένη νομοθεσία, θέσπιση μέ τυπικό νόμο ἀτομικῶν ρυθμίσεων, ὑπό τήν προϋπόθεση ὅμως ὅτι μέ τίς ρυθμίσεις αὐτές δέν παραβιάζονται ἄλλες συνταγματικές διατάξεις ἤ ἀρχές. Ὁ Ν. 3612/2006 (Ἰσλαμικό Τέμενος) μέ τό ἄρθρο 3 ὅπως ἀντικαταστάθηκε ἀπό τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 5 στοιχεῖο ii τοῦ ν. 4014/2011 προβλέπει τήν ἐγκατάσταση τοῦ Ἰσλαμικοῦ Τεμένους σέ κτῆμα τοῦ Ἑλληνικοῦ δημοσίου, τήν κρατική χρηματοδότηση τῆς μελέτης γιά τήν ἐγκατάστασή του καί τῆς κατασκευῆς του καί τήν δωρεάν ἐπ’ ἀόριστο παραχώρηση ἀπό τό Δημόσιο τῆς χρήσεως τοῦ ἐν λόγῳ Τεμένους στό ΝΠΙΔ τοῦ Ν. 3512/2006, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἁπλῶς τό φορέα διοικήσης καί διαχειρίσης δηλ. τό νομικό «περίβλημα» τοῦ Τεμένους. Γιά καμμία ὅμως ἀπό τίς παραπάνω ἀτομικές ρυθμίσεις δέν συντρέχουν οἱ προϋποθέσεις τῶν ἄρθρων 20 παρ. 1, 26, 28 καί 4 τοῦ Συντάγματος διότι α. οὔτε γιά τήν λειτουργία τοῦ συγκεκριμένου Τεμένους, οὔτε γιά τήν χωροθέτησή του, οὔτε γιά τήν δωρεάν παραχώρηση δημόσιας ἐκτάσεως γιά τήν ἀνέγερσή του, οὔτε γιά τήν κρατική χρηματοδότηση τῆς κατασκευῆς του, προκύπτει ἀπό τίς προπαρασκευαστικές ἐργασίες τοῦ Ν. 3512/2006 ἤ τοῦ Ν. 4014/2011 ἡ συνδρομή ἐξαιρετικῶν περιστάσεων πού νά δικαιολογοῦν τήν θέσπιση τῶν ἀνωτέρω ἀτομικῶν ρυθμίσεων μέ νόμο, ἀντιθέτως γιά τίς ἐν λόγῳ ρυθμίσεις δέν συντρέχει λόγος δημοσίου ἐθνικοῦ ἤ γενιότερου κοινωνικοῦ συμφέροντος, ἀφοῦ μέ αὐτές ἐξυπηρετεῖται ἀποκλειστικά τό συμφέρον συγκεκριμένης ὁμάδας (θρησκευτικῆς κοινότητας, ἡ ὁποία κατά τά κοινῶς γνωστά δέν ἀπαρτίζεται κατά πλειοψηφία ἀπό Ἕλληνες πολίτες) καί β. μέ τίς ἀνωτέρω ρυθμίσεις παραβιάζονται τό ἀρ. 24 παρ. 1 καί 2 τοῦ Συντάγματος διότι ἡ χωροθέτηση τοῦ Τεμένους ἔγινε χωρίς νά προηγηθεῖ εἰδική ἐπιστημονική μελέτη γιά τίς περιβαντολλογικές του ἐπιπτώσεις (Ὁλομ. ΣτΕ 3500/2009) καί γ. τό ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος τόσον αὐτοτελῶς ὅσο καί μέ τήν ἀρχή τῆς ἰσότητος ἀρ. 4 παρ. 1 τοῦ Συντάγματος, ἀφοῦ ἡ διάταξη πού καθιερώνει τό κανονικό δικαίωμα τῆς ἀνεμπόδιστης ὑπό τῆν προστασία τῶν Νόμων λατρείας, ἐκλαμβάνεται ἐσφαλμένως ἀπό τό Ν. 3512/2006 (Ἰσλαμικό Τέμενος) ὡς δημιουργοῦσα γιά τήν Πολιτεία δῆθεν ὑποχρέωση κατασκευῆς καί λειτουργίας μέ κρατική χρηματοδότηση λατρευτικοῦ χώρου σέ συγκεκριμένη θρησκευτική κοινότητα (Μουσουλμάνους), μή ἀνήκουσα στήν κατά τό ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος ἐπικρατοῦσα θρησκεία.
Ἀπερρίφθη ὡσαύτως ὁ βάσιμος λόγος ἀκυρώσεως ὅτι ἐνῶ ἡ ἀνέγερση καί λειτουργία λατρευτικοῦ χώρου ὁποιουδήποτε δόγματος καί θρησκείας, πλήν τῆς ἐπικρατούσης κατ’ ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος χωρεῖ σύμφωνα μέ τήν σχετική πάγια Νομοθεσία (ἄρθρ. 1 τοῦ ἀναγκ. Ν. 1363/1938 ὅπως τροποποιήθηκε μέ τό ἄρθρ. 1 τοῦ ἀναγκ. Ν. 1672/1939, ΦΕΚ Α΄ 123) κατόπιν διοικητικῆς ἀδείας, ἡ ὁποία χορηγεῖται κατόπιν αἰτήσεως τῶν μελῶν τῆς οἰκείας θρησκευτικῆς κοινότητος τά ὁποία καί ἀναλαμβάνουν τήν σχετική δαπάνη. Ἡ Ἑλληνική Πολιτεία εἰδικῶς γιά τήν θρησκευτική κοινότητα τῶν Μουσουλμάνων τῆς Ἀττικῆς, παρακάμπτοντας τήν ὡς ἄνω πάγιας γενικῆς ἐφαρμογῆς διαδικασία, προβαίνει στήν ἵδρυση τοῦ συγκεκριμένου Τεμένους καί τοῦ διοικοῦντος αὐτό ΝΠΙΔ μέ νόμο, ἀναλαμβάνοντας μάλιστα ἡ ἴδια καί τήν δαπάνη κατασκευῆς καί λειτουργίας του μέ προφανές ἀποτέλεσμα οἱ ἐνέργειες αὐτές νά συνιστοῦν προνομιακή μεταχείριση τῆς Μουσουλμανικῆς θρησκευτικῆς κοινότητος πού ἀντίκειται σαφῶς καί προδήλως στά ἄρθρα 13 παρ. 2 καί 4 τοῦ Συντάγματος.
Τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας πού κατοχυρώνεται μέ τό ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος περιλαμβάνει τήν ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως (παρ. 1) καί τήν ἐλευθερία τῆς ἐκδηλώσεως τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων μέ ρητή ἀναφορά στήν ἀνεμπόδιστη ἄσκηση τῆς λατρείας κάθε γνωστῆς θρησκείας (παρ. 2). Ἀπό τήν τελευταία εἰδικότερη ἔκφανση τοῦ ἐν λόγῳ ἀτομικοῦ δικαιώματος ἀπορρέει γιά τό κράτος κατά τήν ρητή διατύπωση τῆς παρ. 2 ἡ ὑποχρέωση ἀφ’ ἑνός μέν, νά μήν παρακωλύει τήν ἄσκηση τῆς λατρείας, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά τήν προστατεύει μέ Νόμους (βλ. ἄρθρα 200 καί 374α ΠΚ). Περαιτέρω ἀπό τά ἄρθρα 13 παρ. 1 τοῦ Συντάγματος καί 9 παρ. 1 τῆς ΕΣΔΑ πού κατοχυρώνουν τήν ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως κατοχυρώνεται καί ἡ ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς ἰσότητος, ἐνῶ ἀπό τίς διατάξεις τῶν ἄρθρων 13 παρ. 2 τοῦ Συντάγματος καί 9 παρ. 2 τῆς ΕΣΔΑ συνάγεται ἡ ὑποχρέωση τοῦ Κράτους στό πλαίσιο τοῦ συμφύτου σέ μιά δημοκρατική Πολιτεία θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ νά τηρεῖ οὐδέτερη καί ἀμερόληπτη στάση ἔναντι ὅλων τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων (ΕΔΔΑ Hassan et Tchaouch κατά Βουλγαρίας, 26/10/2000 σκ.60,62, Eglise metropolitaine de Bessarabie κατά Μολδαβίας, 13/12/2001, σκ.113, Mirolubovs κατά Λεττονίας, 15/9/2009 σκ.80). Ἐξάλλου ἀντίκειται στήν καθιερωμένη ἀπό τό Σύνταγμα ἀρχή τῆς ἰσότητος, (ἄρθρο 4) σέ συνδυασμό πρός τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 13, ἡ βάση θρησκευτικοῦ ἀποκλειστικῶς κριτηρίου προνομιακή μεταχείριση ὑπέρ ὁρισμένων πολιτῶν (Ὁλομ. ΣτΕ 1016/1963), πολύ δέ περισσότερο ὑπέρ ἀλλοδαπῶν. Περαιτέρω σύμφωνα μέ τίς διατάξεις πού προαναφέρθηκαν ἡ ἀνέγερση ἤ λειτουργία Ναοῦ, οἱουδήποτε δόγματος ἤ θρησκείας πλήν τῆς ἐπικρατούσης κατ’ ἄρθρον 3 τοῦ Συντάγματος, χωρεῖ κατόπιν ἀδείας τῆς Διοικήσεως πού χορηγεῖται κατόπιν αἰτήσεως τῶν μελῶν τῆς οἰκείας θρησκευτικῆς κοινότητος καί εἶναι σύμφωνος μέ τό ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος (Ὁλομ. ΣτΕ 4202/2012) καί ἀπό αὐτές προκύπτει ὅτι ἡ Πολιτεία μετά τήν ἔκδοση τῆς ἀνωτέρω ἀδείας καί ἐνδεχομένως τῆς σχετικῆς οἰκοδομικῆς ἀδείας δέν ὑποχρεοῦται νά προβεῖ σέ οἱαδήποτε ἄλλη ἐνέργεια π.χ χρηματοδότηση πρός ἐκτέλεση τῶν ἀδειῶν αὐτῶν, ἡ ὁποία ἐκτέλεση ἀπόκειται στά μέλη τῆς θρησκευτικῆς κοινότητος πού ὑπέβαλαν τά σχετικά αἰτήματα.
Περαιτέρω, στὴν αἰτιολογικὴ ἔκθεση τοῦ ν. 3512/2006 (Ἰσλαμικό Τέμενος) ἀναφέρονται τὰ ἑξῆς: «δὲν εἶχε ὑποβληθεῖ ἕως σήμερα ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς μουσουλμανικὲς κοινότητες, ἐπίσημο αἴτημα πρὸς τὸ Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων ... γιὰ τὴ χορήγηση σχετικῶν ἀδειῶν ... Κατόπιν αὐτῶν ἡ Κυβέρνηση ἀναλαμβάνει τὴν πρωτοβουλία νὰ δημιουργήσει ἕνα τέμενος στὴν Ἀθήνα, ἀντιμετωπίζοντας ἔτσι τὴ χρόνια ἀνάγκη τῶν μουσουλμάνων νὰ ἔχουν ἕναν ἐπίσημο, σύγχρονο καὶ ἀξιοπρεπῆ χῶρο λατρείας». Ἐξ ἄλλου, ὅπως ἀνέφερε ἡ Ὑπουργὸς Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων στὴ Βουλὴ κατὰ τὴν ψήφιση τοῦ ἐν λόγω νόμου (πρακτικὰ Βουλῆς 7.11.2006, σέλ. 895), τὸ περιεχόμενο αὐτοῦ «δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὶς ἐξωτερικὲς σχέσεις τῆς χώρας» καὶ «δὲν ἀποτελεῖ ὑποδομὴ ποὺ θὰ γίνει μετὰ ἀπὸ διαπραγματεύσεις ἢ συζητήσεις μὲ ἄλλες χῶρες. Ἀποτελεῖ ὑποχρέωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους πρὸς μουσουλμάνους ποὺ κατοικοῦν στὴν Ἑλλάδα, ἀνεξαρτήτως ἂν ἔχουν ἢ δὲν ἔχουν τὴν ἑλληνικὴ ὑπηκοότητα». Περαιτέρω δέ, ὁ Ἀναπληρωτὴς Ὑπουργὸς Περιβάλλοντος ἀνέφερε ὅτι «στὴν Ἀττικὴ λειτουργοῦν 120 παράνομα τζαμιὰ» (πρακτικὰ Βουλῆς 6.9.2011, σέλ.16303 ). Τέλος, στὸ ἀπὸ 24.9.2012 ἔγγραφυ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Δία Βίου Μάθησης καὶ Θρησκευμάτων πρὸς τὸ ΣτΕ ἀναφέρεται ὅτι, στὸ παρελθὸν δὲν ἔχει χρηματοδοτηθεῖ ἀπὸ τὸ κράτος ἡ κατασκευὴ χώρων λατρείας ἄλλων θρησκειῶν ἢ δογμάτων. Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω στοιχεῖα συνάγεται α) ὅτι οἱ μουσουλμάνοι τῆς Ἀττικῆς δὲν ἔχουν ἐμποδισθεῖ στὴν ἄσκηση τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων, ἀλλά, ἀντιθέτως, καλύπτουν τὶς θρησκευτικές τους ἀνάγκες μὲ τὴν ἀνοχὴ ἀπὸ τὴν Πολιτεία τῆς λειτουργίας 120 χώρων λατρείας, οἱ ὁποῖοι, καίτοι στεροῦνται τῆς κατὰ τὸ ἄρθρο 1 τοῦ ἄν. ν.1363/1938 ἀδείας, δὲν ἔχουν, παρὰ τὴν σχετικὴ ὑποχρέωση τῆς Διοικήσεως, σφραγισθεῖ καὶ β) ὅτι δὲν ἔχει προβληθεῖ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ θρησκευτικὴ κοινότητα τῶν μουσουλμάνων τῆς Ἀττικῆς, μὲ τὴν ὑποβολὴ σχετικῆς αἰτήσεως, ἡ ἀνάγκη καλύψεως τῶν θρησκευτικῶν τους ἀναγκῶν (προφανῶς λόγω τῆς ὡς ἄνω λειτουργίας τῶν 120 χώρων λατρείας). Ἐν ὄψει τῶν πραγματικῶν τούτων δεδομένων ποὺ προκύπτουν εὐθέως ἀπὸ τὶς προπαρασκευαστικὲς ἐργασίες θεσπίσεως τῶν ἐπίμαχων διατάξεων, δὲν στοιχειοθετεῖται κἄν, ὡς πρὸς τὴν πραγματική του βάση, ὁ λόγος τὸν ὁποῖο ἐπικαλεῖται ὁ νομοθέτης (ἡ ἀνάγκη δηλαδὴ καλύψεως τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν) γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὴν παρέμβασή του πρὸς θέσπιση τῶν ἐν λόγω ἀτομικῶν ρυθμίσεων (κεντρικὸ σημεῖο τῶν ὁποίων, κατὰ τὰ ἐκτεθέντα , δὲν εἶναι ἡ σύσταση νομικοῦ προσώπου ἰδιωτικοῦ δικαίου, ἀλλὰ ἡ κατασκευὴ καὶ λειτουργία ἰσλαμικοῦ τεμένους). Ἡ ὕπαρξη δὲ μεγάλου ἀριθμοῦ μουσουλμάνων στὴν Ἀττικὴ- ἡ ὁποία δὲν ἀμφισβητεῖται - ἢ ἡ ἀπουσία συνολικῆς καὶ ἑνιαίας ἔκφρασης τῆς μουσουλμανικῆς κοινότητος δὲν συγκροτοῦν, ἐν ὄψει τῶν ἀνωτέρω πραγματικῶν δεδομένων (τῆς λειτουργίας 120 χώρων λατρείας καὶ τῆς μὴ ὑποβολῆς σχετικῶν αἰτημάτων), τὴν, κατὰ τὴν ὡς ἄνω εἰσηγητικὴ ἔκθεση, ὕπαρξη ἀνάγκης καλύψεως τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν μουσουλμάνων, τὴν ὁποία, ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ νομοθέτης δὲν χαρακτηρίζει ὡς λόγο δημοσίου συμφέροντος. Ἁπλῶς, στὶς ἐπίμαχες ρυθμίσεις προβαίνει ὁ νομοθέτης μὲ τὴν, ἐσφαλμένη, ἐν ὄψει τοῦ ἐκτεθέντος περιεχομένου τοῦ ἄρθρου 13 παράγραφος 2 τοῦ Συντάγματος, ἀντίληψη ὅτι στὶς ὑποχρεώσεις τῆς Πολιτείας περιλαμβάνεται καὶ ἡ ἵδρυση, κατασκευή, ὀργάνωση, λειτουργία καὶ χρηματοδότηση λατρευτικῶν χώρων (ἀκόμη καὶ θρησκείας ἄλλης, ἐκτός τῆς, κατὰ τὸ Σύνταγμα, ἐπικρατούσης). Τέλος, ἡ κατασκευὴ τοῦ συγκεκριμένου Τεμένους δὲν ἀποτελεῖ, κατὰ τὰ ἐκτεθέντα, ζήτημα συνδεόμενο μὲ τὶς διεθνεῖς σχέσεις τῆς χώρας. Ἑπομένως προκύπτει ὅτι μὲ τὶς διατάξεις τῶν ἄρθρων 1-4 τοῦ ν. 3512/2006 (ὅπως ἰσχύουν), χωρὶς νὰ ὑπηρετεῖται κανένας δημόσιος σκοπός, εἰσάγεται ἕνα σύνολο ἀλληλεξαρτώμενων ἀτομικῶν ρυθμίσεων εἰδικῶν (ὡς ἀφορωσῶν στὴν κατασκευὴ καὶ λειτουργία τοῦ συγκεκριμένου λατρευτικοῦ χώρου), ἐξαιρετικῶν (ἐφ' ὅσον χωροῦν κατὰ παρέκκλιση τῆς ὑφισταμένης παγίας σχετικῆς νομοθεσίας) καὶ εὐνοϊκῶν -κυρίως καθ' ὅ μέρος προβλέπουν τὴ δωρεὰν παραχώρηση ἐπ' ἀόριστον κρατικῆς περιουσίας καὶ τὴν κρατικὴ χρηματοδότηση τῆς κατασκευῆς καὶ λειτουργίας τοῦ Τεμένους- γιὰ συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων (μάλιστα δέ, κατὰ πλειοψηφία, ὄχι Ἑλλήνων πολιτῶν), μὲ μόνο κοινὸ χαρακτηριστικὸ τὴν ἔνταξή τους σὲ συγκεκριμένη θρησκεία (ποὺ δὲν εἶναι, πάντως, ἡ κατὰ τὸ Σύνταγμα ἐπικρατοῦσα). Πρόκειται, συνεπῶς, γιὰ μία ἀδικαιολογήτως εὐνοϊκὴ (προνομιακὴ) μεταχείριση ὑπὲρ τῆς ὡς ἄνω κατηγορίας προσώπων μὲ ἀποκλειστικὸ κριτήριο τὶς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Οἱ διατάξεις, ἑπομένως, αὐτές, κατ' ἐξοχὴν δὲ ἡ πρόβλεψη περὶ κρατικῆς χρηματοδοτήσεως τῆς κατασκευῆς τοῦ ἐν λόγω Τεμένους (στὴν ὁποία, εἰδικότερα, ἀναφέρεται ἡ προσβαλλόμενη πράξη) ὑπὸ συνθῆκες, μάλιστα, δυσμενέστατης δημοσιονομικῆς συγκυρίας, παραβιάζουν τὶς προεκτεθεῖσες ἀρχὲς τῆς θρησκευτικῆς ἰσότητος καὶ οὐδετερότητος τοῦ Κράτους ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὰ ἄρθρα 13 καὶ 4 τοῦ Συντάγματος καὶ 9 τῆς ΕΣΔΑ.
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω πού κονιορτοποιοῦν τήν Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ ἡ Ἑλληνική Πολιτεία, θά προχωρήσει ἀπρόσκοπτα στήν ἀνέγερση τοῦ Μουσουλμανικοῦ Τεμένους ὅταν ἡ γειτονική Τουρκία πρό ὀλίγων ἡμερῶν μετέτρεψε τὀν 9ο κατά σειρά ἱστορικό Ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας Ἠρακλείας (Ἐρεσλί) τοῦ Δ. Πόντου σέ τέμενος μέ τήν ὀνομασία Ὀρχάν Τζαμί πού θά ξαναλειτουργήση μέ πανηγυρικό τρόπο στήν μουσουλμανική ἑορτή τοῦ Κουρμπάν Μπαϊράμ.
Ὁ πολύ ἀξιόλογος διανοητής καί σχολιαστής Τάκης Θεοδωρόπουλος στήν «Καθημερινή» τῆς Κυριακῆς 28/9/2014 ἔγραψε γιά τούς 50.000 μαχητές τοῦ χαλιφάτου στό Ἰράκ καί τή Συρία: «Εἶναι ἐναντίον τῆς Δημοκρατίας, εἶναι ἐναντίον τῆς ἐκκοσμικευμένης γνώσης καί σκέψης, ἄρα ἐναντίον τῆς ἐλευθερίας τῆς σκέψης, εἶναι ἐναντίον τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἐναντίον τῶν ἀρχαίων ἀγαλμάτων. Εἶναι μέ δύο λόγια ἐναντίον τοῦ πολιτισμοῦ μας».
Τό θέμα ὅμως πού ἀποσιωπᾶται ἀπό ὅλους, εἶναι ὅτι τήν εὐθύνη γιά τά φρικώδη καί τρομακτικά ἐγκλήματα τοῦ ἱεροῦ πολέμου (!) Τζιχάντ δέν τήν ἔχουν ἀσφαλῶς τά ἀξιοθρήνητα θύματα καί θῦτες ἐν ταὐτῷ τοῦ Χαλιφάτου ἤ «Ἀποκεφαλιστάν» ἀλλά ἡ ψευδής καί ἀσύμβατη μέ κάθε ἔννοια δημοκρατίας, ἐλευθερίας, ἀνεξιθρησκείας καί ἀληθείας, θρησκεία τοῦ Κορανίου, ἡ ὁποία στό Κεφ. 47 παραγρ. 4 ἐντέλλεται !!! «ὅταν συναντᾶτε τούς ἀπίστους φονεύετε καί κατασφάζετε, συγκρατοῦντες στερεά τά δεσμά τοῦ αἱχμαλώτου (Κορ. κεφ. 47,4), στό δέ Κεφ. 8, παραγρ. 68 διακηρύσσει «Κανείς ἀπό τούς προφῆτες δέν μπόρεσε νά ἀποκτήση στή γῆ ὀπαδούς χωρίς σφαγές» καί στό Κεφ. 8 παραγρ. 40 συνεχίζει τίς ἐντολές τοῦ θανάτου «πολεμεῖτε αὐτούς μέχρις ὅτου δέν θά ὑπάρχει πλέον πειρασμός, μέχρις ὅτου δέν θά ὑπάρχει ἄλλη θρησκεία παρά τοῦ μόνου Θεοῦ» καί ὁλοκληρώνει τό τελετουργικό τῶν στυγνῶν δολοφονιῶν καί τόν «ἐξαγιασμό» !!! τους μέ τήν διαβεβαίωση στό Κεφ. 8 παραγρ. 17 «Δέν φονεύετε ἐσεῖς αὐτούς ἀλλά ὁ Θεός. Ὅταν ἀκοντίζεις δέν εἶσαι ἐσύ πού ἀκοντίζεις, εἶναι αὐτός ὁ Θεός γιά νά δοκιμάσει τούς πιστούς διά λαμπρᾶς δοκιμασίας. Ὁ Κύριος ἀκούει καί γνωρίζει τά πάντα» καί στό Κεφ. 9 στιχ. 29 «Πολεμεῖται ἐναντίον τοῦ μή πιστεύοντος τόν Θεό, οὔτε στήν ἐσχάτη ἡμέρα καί μή θεωροῦντος ἀθέμιτο ὅ,τι ὁ Θεός καί ὁ ἀπόστολος Αὐτοῦ ἀπηγόρευσαν, πολεμεῖτε δέ ἐπίσης ἐναντίον τῶν Ἑβραίων καί τῶν Χριστιανῶν οἱ ὁποίοι δέν πιστεύουν τήν πίστη τῆς ἀληθείας».
Αὐτή εἶναι ἡ «θεολογική» βάση τοῦ Ἰσλάμ πού δέν διακρίνεται σέ ριζοσπαστικό καί σέ δῆθεν μετριοπαθές. Μιᾶς ἀνθρωποπαθοῦς θρησκείας πού ἑδράζεται στό τρομακτικό ἰδεολόγημα ὅτι δῆθεν ἔνθεος εἶσαι ἐάν σφάζεις, βιάζεις, λεηλατεῖς καί ἐπιβάλλεσαι στό συνάνθρωπό σου. Βέβαια ὁ ψευδοθεός Ἀλάχ δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν ψευδοθεό τοῦ ἀραβικοῦ πολυθεϊστικοῦ καί εἰδωλολατρικοῦ συστήματος καί ἑπομένως ὡς δαιμόνιο ἀρέσκεται στίς ἀνθρωποθυσίες καί τό αἷμα, ὁ δέ δῆθεν Προφήτης ἐνυμφεύθη ὡς ἕβδομη γυναίκα του τήν σύζυγο τοῦ υἱοῦ του Ζαΐντ καί ὡς ἔνατη τήν ἑπταετῆ κορασίδα Ἀϊσά. Τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι πόσο ἀνόητοι μπορεῖ νά εἶναι οἱ ὑπεύθυνοι τῶν πολιτειῶν τῆς Δύσεως, ὥστε νά παραβλέπουν τά ἀνωτέρω καί νά δηλώνουν παγκόσμια σάν τόν Ἀμερικανό Πρόεδρο ὅτι δῆθεν «ὑποτιμήσαμε» τό θέμα.
Ὅσον ἀφορᾶ γιά τούς ἐν Ἑλλάδι κρατοῦντας πολλαπλασιάζεται ἡ εὐθύνη τους γιατί σέ αὐτήν τήν αἱματοπότιστη χώρα τό Γένος μάτωσε καί τά ἱερά σφάγια τῆς πίστεως καί τῆς ἐλευθερίας μας πότισαν μέ τό αἷμα τους, σπιθαμή πρός σπιθαμή, αὐτή τήν μαρτυρική γῆ, γιά νά μήν ἀποτελοῦμε σήμερα τό ὑπόλοιπο τῆς Εὐρωπαϊκῆς Τουρκίας.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ