Μητρόπολη Ξάνθης: Κατασκευή Μονάδας Φροντίδας Ηλικιωμένων

Εκκλησία της Ελλάδος | Δημοσίευση: 02/08/2011

Το δρόμο της υλοποίησης παίρνει η κατασκευή της Μονάδας Φροντίδας Ηλικιωμένων (Μ.Φ.Η) «Άγιος Παντελεήμων» της Ιεράς Μητρόπολις Ξάνθης και Περιθεωρίου, κατόπιν υπογραφής σχετικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, με την οποία εντάσσεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Μακεδονίας- Θράκης 2007- 2013.

Το οικόπεδο στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί το νέο κτιριακό συγκρότημα βρίσκεται στο 4ο χιλιόμετρο της Εθνικής οδού Ξάνθης – Δράμας μέσω Σταυρουπόλεως. Η κατασκευή αναπτύσσεται σε γήπεδο με επιφάνεια που ξεπερνά τα 52.000m2, με τη συνολική επιφάνεια του κτιρίου να αγγίζει τα 4.000m2. Συνοπτικά, το κτιριακό συγκρότημα, δυναμικότητας πενήντα κλινών, είναι διώροφο με  υπόγειο, με επιφάνεια υπογείου 653m2, επιφάνεια ισογείου 2.181m2  και επιφάνεια α’ ορόφου περί τα 1.147m2, ενώ ο προϋπολογισμός ανέρχεται στα 4.710.000€ χωρίς τον ξενοδοχειακό, οικιακό και λοιπό εξοπλισμό. Σκοπός της μονάδας είναι η  παροχή υπηρεσιών περίθαλψης, υποστήριξης, φιλοξενίας, λειτουργικής και κοινωνικής αποκατάστασης ατόμων τρίτης ηλικίας, ενώ το 10% της συνολικής δυναμικότητας προβλέπεται να διατεθεί για τη φιλοξενία απόρων ηλικιωμένων.

  

Για τους αρχιτέκτονες, ο σχεδιασμός για τα άτομα τρίτης ηλικίας αποτελεί μια ευαίσθητη πρόκληση αφού ξεπερνά τις λειτουργικές απαιτήσεις, τις τεχνικές προδιαγραφές και τις πιθανές αισθητικές συνδηλώσεις, ενώ αφορά παράλληλα στο κρίσιμο ζήτημα της σχέσης της αρχιτεκτονικής με την ατομική και συλλογική συμπεριφορά μιας τόσο ιδιαίτερης πληθυσμιακής ομάδας. 

Η συγκεκριμένη πρόταση εξερευνά ένα μοντέλο φροντίδας ηλικιωμένων, το οποίο αντικαθιστά την ιδρυματικότητα με την αίσθηση της κοινότητας, προσφέροντας ταυτόχρονα άμεση πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα. Ενταγμένο σε μια σχεδιαστική παράδοση η οποία επιδιώκει την ενσωμάτωση χαρακτηριστικών όπως η ιδιωτικότητα, η οικειότητα και η λειτουργικότητα, η πρόταση αυτή επιδιώκει να παντρέψει τις λειτουργικές απαιτήσεις με την ανάγκη για συλλογικότητα.

Ευρισκόμενοσε τοποθεσία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, χαρακτηριστικό των ορεινών περιοχών του Νομού Ξάνθης, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την μοναδικότητα του τοπίου αλλά και να ενταχθεί αντιπαραβάλλοντας έναν, όσο το δυνατόν, πιο ήπιο μετασχηματισμό του. Το σύνολο καταλαμβάνει, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, το κομμάτι εκείνο του οικοπέδου που αναπτύσσεται σε οριζόντιο επίπεδο, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο την ηπιότερη επέμβαση στο φυσικό ανάγλυφο. Το επικλινές του εδάφους στο υπόλοιπο του γηπέδου υπέδειξε τη θέση και υπαγόρευσε, κατά μία έννοια, την ανάπτυξη της κατασκευής κατά μήκος. 

Βάσει του αυστηρού κτιριολογικού προγράμματος, αναζητούνται λύσεις τέτοιες που να συμβάλουν στην κοινωνικοποίηση των ενοίκων, μέσα από τον κατάλληλο χειρισμό διαφόρων επιπέδων ιδιωτικότητας και δημοσιότητας. Δημιουργείται έτσι μια σειρά χωρικών οργανώσεων η οποία επεξεργάζεται, τόσο σε επίπεδο συνόλου όσο και στο αντίστοιχο της μικροκλίμακας, το δημόσιο και το ιδιωτικό παρεμβάλλοντας «ενδιάμεσους χώρους» (ημι-δημόσιοι, ημι-ιδιωτικοί), όπου η συνεύρεση και η δημιουργική απασχόληση μπορεί να ανθίσει για χάρη της κοινωνικοποίησης. Οργανώνονται με τέτοιο τρόπο μάλιστα έτσι ώστε να υπάρχει ποικιλία και διασπορά, με απώτερο σκοπό να αποφευχθούν τα φαινόμενα του «δωματίου», όπου αυτό είναι δυνατόν.

Η γραμμικότητα του διαδρόμου κρίθηκε αναγκαία για την αποφυγή αποπροσανατολισμού από τους ενοίκους. Ταυτόχρονα όμως επιδιώκεται η διεύρυνσή του σε σημεία αλλά και το άνοιγμά του προς τις θέες, μετασχηματίζοντάς τον έτσι από μονοσήμαντο άξονα κυκλοφορίας σε ένα δίκτυο ευχάριστων και φωτεινών στάσεων οι οποίες αποτελούν χώρους συλλογικής δραστηριότητας, αποφεύγοντας τοιουτοτρόπως τη μονοτονία και προσδίδοντάς του ποιοτικά χαρακτηριστικά. 

Τα υπνοδωμάτια, σε αυτή την, οικιστικού τύπου, μονάδα συγκεντρώνονται στην «καρδιά» του συγκροτήματος. Η εμπρόθετη αυτή χωροθέτηση γίνεται με στόχο να επιτευχθεί η οικονομία στις κινήσεις των ενοίκων. Κάθε χώρος ύπνου είναι επεξεργασμένος με την ίδια λογική, αυτή της συνύπαρξης επιπέδων ιδιωτικότητας, στο μέτρο που το επιτρέπουν οι κλίνες. Το συγκρότημα διαθέτει δύο μονάδες διαβίωσης, κάθε μια από τις οποίες είναι δυναμικότητας 25 κλινών και αναπτύσσεται σε ένα επίπεδο.

Οι βοηθητικοί χώροι βρίσκονται διάσπαρτοι στο σύνολο του συγκροτήματος αλλά σε σημεία τέτοια ώστε να εξασφαλίζεται η βέλτιστη οργάνωση και λειτουργία σε επίπεδο μικροκλίμακας. Επιπροσθέτως, έχει προβλεφθεί τρόπος ώστε να «διαβάζονται» και να διαφοροποιούνται από τους λοιπούς χώρους ως τέτοιοι. 

Τα υλικά επιλέγονται με γνώμονα την αίσθηση που κάθε χώρος οφείλει να προκαλεί. Τοχρώμα δεν έχει απλώς συμπληρωματικό ή αισθητικό χαρακτήρα σε σχέση με τα υλικά μα προσδίδει νόημα. Έντονα χρώματα επικρατούν στο εσωτερικό για να υποβοηθούν τον προσανατολισμό και την οικειοποίηση του χώρου, ενώ στο εξωτερικό χρησιμοποιείται μια παλέτα τέτοια που να εναρμονίζεται με το περιβάλλον. 

Οι ημιυπαίθριοι χώροι, τόσο στους χώρους ύπνου όσο και στους χώρους διημέρευσης, αποτελούν κυρίαρχη συνθετική και μορφολογική επιλογή διότι εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη και προστατευμένη, από τα φυσικά στοιχεία, διαμονή των ενοίκων.

Με ιδιαίτερη επιμονή, στα όρια της εμμονής, επιδιώκεται φυσικός φωτισμός και αερισμός στο σύνολο του συγκροτήματος, τέτοιος ώστε να εγγυάται ένα υγειές, ποιοτικό και ευχάριστο περιβάλλον. 

Το φυσικό περιβάλλον παίζει τον δικό του μοναδικό ρόλο. Η σχέση του μέσα με το έξω είναι συνεχής τόσο αντιληπτικά όσο και φυσικά. Η πρόσβαση σε αυτό γίνεται εύκολα, αλλά και ελεγχόμενα, ενώ οι θεάσεις και οι φυγές εκ των έσω είναι συνεχείς και αδιαμεσολάβητες.  

Τέλος, επιχειρείται ένας σχεδιασμός χωρίς εμπόδια. Το σύνολο της σύνθεσης προσαρμόζεται έτσι ώστε να υπηρετεί τις ιδιαίτερες ανάγκες των ατόμων της τρίτης ηλικίας, τόσο σε κινητικό (προσβάσεις, κινήσεις, χειρολισθήρες κτλ) όσο και  σε αντιληπτικό επίπεδο (χρώμα, ποδιά ανοιγμάτων κτλ). Οι προδιαγραφές του κτιρίου προβλέπουν και την εξυπηρέτηση ΑΜΕΑ. 

 

Με αμιγώς λειτουργικά-οργανωτικά κριτήρια, το συγκρότημα μπορεί να γίνει αντιληπτό σε τέσσερα μέρη: (1) στον χώρο υποδοχής, όπου βρίσκονται τα διοικητικά και λοιπά γραφεία, και ο οποίος έχει τον πλέον δημόσιο χαρακτήρα, (2) στο εντευκτήριο, ως χώρος συγκέντρωσης των ενοίκων μεταξύ τους αλλά και των επισκεπτών, ενώ η νευραλγική του θέση του επιτρέπει να λειτουργεί ταυτόχρονα και ως «φίλτρο» μεταξύ του δημόσιου χαρακτήρα της υποδοχής και της ιδιωτικότητας των υπνοδωματίων, (3) στους χώρους διαβίωσης, οι οποίοι βρίσκονται στο κέντρο του συγκροτήματος έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται η απόσταση που πρέπει να διανυθεί από τους ενοίκους για να προσεγγίσουν τους χώρους διημέρευσης, και τέλος, (4) στις συμπληρωματικές λειτουργίες, οι οποίες απευθύνονται κατά κύριο λόγο στους ενοίκους και τους εργαζομένους, και γειτνιάζουν με τους χώρους διαβίωσης. Η παραπάνω αλληλουχία χωρικών ενοτήτων εκφράζει τις διαφορετικές «αποχρώσεις» ιδιωτικότητας και προσβασιμότητας. Οι τέσσερις αυτές ενότητες συνδέονται μέσω ενδιάμεσων μεταβατικών χώρων, εν είδει αρθρώσεων, επιτυγχάνοντας έτσι την δυνατότητα τόσο της απομόνωσής τους όσο και της αναπαραγωγής ενός μέρους ή του συνόλου των ενοτήτων στην, υπό αναμονή επέκτασης, πλευρά του συγκροτήματος. 

Σεμορφολογικό επίπεδο, η κατασκευή επιδεικνύει τον φέροντα οργανισμό από οπλισμένο σκυρόδεμα, συστήνοντας, παράλληλα με τα φερόμενα στοιχεία, ένα νοηματικό πλήρες. Σε επίπεδο τομής, χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή όγκων σε επαλληλία, οι οποίοι αναπτύσσονται πότε σε μία και άλλοτε σε δύο στάθμες, αλλά και σε διαφορετικά ύψη, με στόχο την ελάφρυνση του συνόλου. Η ίδια αρχή προβάλλεται και στην κάτοψη, στην οποία είναι εμφανής η παράθεση όγκων, όπου έντονες εσοχές και εξοχές μοιράζονται έναν ρυθμικό διάλογο. Η λογική αυτή μεταφέρεται και στο επίπεδο επεξεργασίας του εκάστοτε όγκου, με τους ημιυπαίθριους να αποτελούν το κυριότερο εργαλείο επίτευξης της αντίστιξης πλήρους-κενού.   

Με λίγα λόγια, στόχος της πρότασης είναι, (α) σε προγραμματικό επίπεδο να εισηγείται ένα μοντέλο φροντίδας το οποίο επιχειρεί τη σύζευξη λειτουργικότητας και συντροφικότητας, ενώ (β) σε μορφολογικό επίπεδο, μέσα από κατάλληλες χωρικές οργανώσεις και χειρονομίες (γραμμικότητα κινήσεων, δίκτυο μικροχώρων συνεύρεσης, εναλλαγή επιπέδων ιδιωτικότητας κτλ), να εκφραστεί με ένα λεξιλόγιο σαφές, αλλά όχι μονοσήμαντο, και απλό, αλλά όχι μονότονο. Ένας συνδυασμός διαφορετικών συνιστωσών, η συνισταμένη των οποίων προτείνει μια κατασκευή τέτοια που να υπηρετεί, ως οφείλει, το σκοπό της, αποτελούν τους κύριους άξονες της συνθετικής διαδικασίας.