Ποιμαντικές επισκέψεις Μητροπολίτη Σουηδίας

Οικουμενικό Πατριαρχείο | Δημοσίευση: 25/06/2024

Το Σαββατοκύριακο, 22-23 Ιουνίου 2024, ο Σεβ. Μητροπολίτης Σουηδίας και πάσης Σκανδιναυΐας κ. Κλεόπας, συνοδευόμενος από τον Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτη κ. Σωσίπατρο Στεφανούδη, πραγματοποίησε ποιμαντορική επίσκεψη στην Ενορία των Εισοδίων της Θεοτόκου, στο Boråsτης Σουηδίας, καθώς και στην Ενορία της Αγίας Τριάδος, στο Göteborg της Σουηδίας.

Το Σάββατο, 22 Ιουνίου, Ψυχοσάββατοτης Πεντηκοστής, ο Ποιμενάρχης τέλεσε την Θεία Λειτουργία στο Παρεκκλήσιο St. BirgittaGriftegård, στην πόλη του Borås, με την συμμετοχήτου π. Σωσίπατρου, καθώς και το Μνημόσυνο των Κεκοιμημένων.

Στην ομιλία του, ανέφερε τα εξής: «Μια ημέρα πριν την εορτή της Πεντηκοστής, οι Θειότατοι Πατέρες της Εκκλησίας θέσπισαν, να τελούμε μνημόσυνο για τις ψυχές των απ’ αιώνος κοιμηθέντων αδελφών μας. Άλλωστε, όλα τα Σάββατα του έτους είναι από την Εκκλησία μας αφιερωμένα στους κεκοιμημένους, όπως ορίζει και η ακολουθία της Παρακλητικής του Σαββάτου.

Εκτός, όμως από την ακολουθία του Όρθρου, σε κάθε Θεία Λειτουργία, πάνω στο ιερό δισκάριο γίνεται η συνάντηση των δύο Εκκλησιών, της θριαμβεύουσας, δηλαδή των ψυχών των αδελφών μας που έφυγαν από αυτό τον κόσμο, και της στρατευομένης, που είμαστε όλοι εμείς, τα βαπτισμένα μέλη στο όνομα της Αγίας Τριάδος.

Η Εκκλησία είναι φιλόστοργη μητέρα και το ενδιαφέρον της είναι τέτοιο, που δεν εστιάζεται μόνο στους ζώντες, αλλά και στους κεκοιμημένους αδελφούς μας. Μάλλον, θα μού επιτρέψετε να πω, ότι οι ψυχές των προσφιλών κεκοιμημένων μας έχουν περισσότερη ανάγκη, αφού εμείς έχουμε την δυνατότητα να εργαζόμαστε για την σωτηρία μας, ενώ εκείνοι περιμένουν από εμάς την προσευχή, τα κόλλυβα και τις ελεημοσύνες.

Ο προσφιλής σε όλους μας Άγιος του περασμένου αιώνος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως Νεκτάριος Κεφαλάς, γράφει στην περισπούδαστη πραγματεία του, με τίτλο «περί ιερών μνημοσύνων», ότι, εφόσον ακόμη δεν έχει γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, όλοι εμείς, μέσα από τις προσευχές και τις ελεημοσύνες μας, έχουμε την δυνατότητα από τον Θεό, να αλλάξουμε ακόμη και την θέση που βρίσκεται μία ψυχή! Να, λοιπόν, η δύναμη της προσευχής και της μνημόνευσης των ονομάτων των κεκοιμημένων αδελφών μας.

Επειδή, όμως, ο Θεός είναι απροσωπόληπτος, γι’ αυτό τον λόγο και σήμερα, στο κοινό αυτό μνημόσυνο, δεν γίνεται καμία διάκριση και θυμόμαστε τους αδελφούς μας, που έφυγαν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ακόμη κι αυτούς που δεν έχουν συγγενείς για να τους μνημονεύουν.

Όλους εκείνους που υπέστησαν «άωρον θάνατον», σε ξένη γη και χώρα, σε στεριά και σε θάλασσα. Εκείνους που πέθαναν από λοιμική ασθένεια, σε πολέμους, σε παγετούς, σε σεισμούς και θεομηνίες, όσους κάηκαν ή χάθηκαν, ακόμη κι εκείνους που ήταν φτωχοί και άποροι και δεν φρόντισε κανείς να τούς τιμήσει με τις ανάλογες ιερές ακολουθίες και τα ιερά μνημόσυνα.

Εύχομαι, με την σημερινή ευκαιρία, να θυμόμαστε κι εμείς πάντα στις προσευχές μας τις ψυχές όλων των κεκοιμημένων κι ας παρακαλούμε τον Θεό να τις φωτίζει με το ανέσπερο φως της Αναστάσεώς Του και σε μάς να χαρίζει την δύναμη και την υγεία να θυμόμαστε, διότι πεθαίνει αυτός που τον ξεχνούν!»

Την Κυριακή, 23 Ιουνίου, ανήμερα της Πεντηκοστής, ο Σεβασμιώτατος ιερούργησε στοΛουθηρανικό ναόToleredskyrkan, στην πόλη τουGöteborg, με την ευκαιρία της πανηγύρεως της ενορίας, με την συμμετοχήτου π. Σωσίπατρου, και τέλεσε τον Εσπερινό της Γονυκλισίας.

Η Θεία Λειτουργία ετελέσθη στον ως άνω ναό, καθώς δεν είναι ακόμη δυνατή η πρόσβαση στο ναό της ενορίας, λόγω της καταστροφών που υπέστη από πλημμύρες.

Στην ομιλία του, ανέφερε τα εξής: «Η σημερινή ημέρα επαναφέρει στην μνήμη μας την αισθητή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, πού «ἐπλήρωσεντόνοἶκονοὗἦσαν καθήμενοι οἱμαθηταί καί ἐκάθισενἐφ’ ἕναἕκαστοναὐτῶν καί ἐπλήσθησανἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. 2,3-4). Επιπλέον, θυμόμαστε την, με ασύλληπτο και παράδοξο τρόπο, γέννηση και συγκρότηση του Μυστικού Σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας.

Στην προσφάτως εκδοθείσα μελέτη μου με τίτλο: «Ἡ ἱεραποστολική διακονία τοῦἈρχιμανδρίτουΕὐσεβίου Βίττη εἰςτήνΣκανδιναυΐαν 1965-1980», έχουμε εντάξει και σειρά ομιλιών του Γέροντος, όπως είναι τα  φυλλάδια πνευματικής οικοδομής με τον τίτλο «Η Εκκλησία μου κι Εγώ», όπου αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά για το θεσμό της Εκκλησίας:«Ἡ ὁλιγοπιστία μου καί ἡ πνευματική μου ἀδυναμίαεἶναι τόσο μεγάλη φορές-φορές, πού μέ κάνει νά στέκομαι συχνά μονάχα μπροστά σέ ἀρνητικάστοιχεῖα καί νά βλέπω μέ μάτια γήινα ὅ,τιδένἀποτελεῖστοιχεῖοοὐσιαστικότῆςἴδιαςτῆςἘκκλησίας, ἀλλάτῆςἀνθρώπινης καί ἁμαρτωλῆς φύσης, πού ἔχειἀνάγκηλυτρωμοῦ καί ἁγιασμοῦ μέσα στήνἘκκλησία. Μένω στό καθαρά ἀνθρώπινο καί λησμονῶ πώς ἀποστολήτῆςἘκκλησίαςεἶναι ἡ ματαμόρφωσηαὐτοῦτοῦἀνθρώπινου μέσα της. Καί γιάνάλυτρωθεῖ πρέπει νάβρεθεῖ μέσα στήνἘκκλησία τέτοιο πού εἶναι, δηλαδή ἁμαρτωλό καί ἄθλιο».

Σε άλλο σημείο της επιστολής τονίζει ο μακάριος Γέροντας: «Ἡ Ἐκκλησίαεἰκονίζεταιστή δημιουργία τοῦἀνθρώπινου γένους, στή σχέση τοῦἈδάμ καί τῆςΕὔας. Ὁ Ἀδάμεἶναι ὁ Χριστός καί ἡ Εὔα ἡ Ἐκκλησία. Οὐσιαστικό δηλ. στοιχεῖοτῆςἘκκλησίαςεἶναι ἡ σχέση τοῦΘεοῦμέτόνἄνθρωπο. Σκοπός αὐτῆςτῆς σχέσης εἶναινά φτάσει ὁ ἄνθρωποςστή θέωση, νά γίνει δηλαδή κατά χάριν Θεός. Ἐπειδήὅμωςμπῆκεστή μέση ἡ ἀνθρώπινηἁμαρτία, ἦρθε ἡ ἀπέραντη θεϊκή ἀγάπηνά διορθώσει μέτήνἄπειρη σοφία της τό σφάλμα τοῦἀνθρώπου. Καί γίνεται ὁ Θεός ἄνθρωπος για νά κάνει τόνἄνθρωπο Θεό. Στό πρόσωπο τοῦΧριστοῦἔχουμε πιά φανερή μιά ἐνέργεια πού μόνο ὁ Θεός μποροῦσενά κάνει, δηλαδή τήνἐμφάνισητῆςἘκκλησίαςὡς «σώματος Χριστοῦ». Ἡ Ἐκκλησίαμέἄλλα λόγια πού ἦταν μέσα στό σχέδιο τοῦΘεοῦ πραγματοποιήθηκε πιά στήνἐντέλεια, πῆρε σάρκα καί ὀστᾶ.»

Και τελειώνει την συγκεκριμένη επιστολή του ο π. Ευσέβιος με τα λόγια του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, ο οποίος τονίζει ότι «η χάρις τοῦἉγ. Πνεύματος μᾶς κάνει νά παίρνουμε μέρος στούς καρπούς πού ρίζα τους ἔχουντή Θεία φύση, τόνἴδιοτό Θεό. Ἔτσι μεταμορφωνόμαστε καί μπαίνουμε στήν περιοχή μιᾶς καινούργιας ζωῆς καί γινόμαστε τόἴδιοὡραῖοιὅπωςὅταν πρωτοβγήκαμε ἀπότά χέρια τοῦΘεοῦ».

Επικαλούμενος σε όλους σας τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, εύχομαι, μαζί με τις ευχές του Γέροντος Ευσεβίου, να αξιωνόμαστε να απολαμβάνουμε τα όσα αυθεντικά μάς παρέδωσε μέσα από τις συγγραφές του, που ήταν απόσταγμα της πνευματικής εμπειρίας του, και να έχουμε στη ζωή μας τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος.»

Ακολούθως, οι δύο κληρικοί παρακάθισαν σε δείπνο που προσέφερε οικογένεια ομογενών στην περιοχή και επέστρεψαν στην Στοκχόλμη το βράδυ της ιδίας.