Το Σάββατον, 29ην Ιουνίου/12ην Ιουλίου 2014, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η εορτή των αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου εις την επ’ ονόματι αυτών Ιεράν Μονήν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν παρά την δυτικήν όχθην της Τιβεριάδος θαλάσσης.
Η ιερά αύτη Μονή, μετά του ιερού Ναού αυτής εις την σημερινήν αυτού μορφήν, είναι εκτισμένη από του 1935, ως εμφαίνεται εκ της επιγραφής επί του εικονοστασίου υπό του αειμνήστου Πατριάρχου Ιεροσολύμων Δαμιανού, επί των ερειπίων της αρχαίας Καπερναούμ, η οποία εδέχθη πολλά σημεία και θαύματα του Κυρίου και κατέστη μάλιστα δευτέρα πατρίς Αυτού, αφ’ ου εγκατέλειψε Ναζαρέτ την γενέτειραν Αυτού (Ματθ. 2,23) και παρά ταύτα δεν μετενόησε, διο και συμφώνως προς την πρόρρησιν του Κυρίου, έως Άιδου κατεβιβάσθη, «και συ Καπερναούμ, η έως του ουρανού υψωθείσα έως άδου καταβιβασθήση• ότι ει εν Σοδόμοις εγενήθησαν αι δυνάμεις αι γενόμεναι εν σοι, έμεινεν αν μέχρι της σήμερον», (Ματθ. 11,23).
Εις την ιεράν αυτήν Μονήν, καλώς συντηρουμένην νυν επί έτη υπό του Επιστάτου αυτής μοναχού π. Ειρηνάρχου, κατέφθασε την πρωΐαν της ως άνω ημέρας η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος και προεξήρξε της ακολουθίας του Όρθρου και της θείας Λειτουργίας, συλλειτουργούντων Αυτώ του Ιερωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού και του Γέροντος Αρχιγραμματέως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Ιερομονάχου, ηγουμένου της Μονής Θαβωρίου Όρους Αρχιμανδρίτου π. Ιλαρίωνος, Αραβοφώνων και Ρωσοφώνων ιερέων της περιοχής της Άνω Γαλιλαίας και της Άκκρης-Πτολεμαΐδος, ψαλλούσης της χορωδίας υπό τον ηγούμενον της Άκκρης Αρχιμανδρίτην π. Φιλόθεον και τη ευλαβεί προσευχητική συμμετοχή Ελλήνων προσκυνητών, Αραβοφώνων και Ρωσοφώνων πιστών των Κοινοτήτων του Πατριαρχείου εις τας Κοινότητας αυτού εις το βόρειον Ισραήλ.
Εις το Κοινωνικόν της θ. Λειτουργίας ο Μακαριώτατος εκήρυξε τον θείον λόγον εις τους πιστούς ελληνιστί ως έπεται:
«Των Αποστόλων άπαντες την κορυφήν υμνήσωμεν, Πέτρον και Παύλον τους θείους της οικουμένης φωστήρας, τους κήρυκας της πίστεως, τας θεολόγους σάλπιγγας, δογμάτων τους εκφάντορας, της Εκκλησίας τους στύλους και καθαιρέτας της πλάνης», αναφωνεί ο μελωδός της Εκκλησίας.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί.
Η πάνσεπτος των αγίων ενδόξων και πανευφήμων Αποστόλων και Πρωτοκορυφαίων Πέτρου και Παύλου εορτή, συνήγαγεν πάντας ημάς εις τον ιερόν τούτον τόπον της Καπερναούμ παρά την θάλασσαν (λίμνην) της Τιβεριάδος, ίνα εν άσμασι ευφημήσωμεν τους φίλους του Χριστού, τους και σκεύη τίμια αναδειχθέντας.
Οι Άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος τιμώνται ιδιαιτέρως υπό της Εκκλησίας. Και τούτο, διότι αποτελούν την κορυφήν των Αποστόλων και μαθητών του Χριστού. Αποτελούν τους κήρυκας και διδασκάλους της σωζούσης πίστεως της εν Χριστώ, τους στύλους της Εκκλησίας και τους καθαιρέτας της πλάνης.
Ο μεν Πέτρος «προσηγορεύθη πέτρα, εν η την ακράδαντον πίστιν ο Κύριος της Εκκλησίας εκράτυνεν», ως μαρτυρεί και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος λέγων: «Ελθών ο Ιησούς εις τα μέρη Καισαρείας της Φιλίππου ηρώτα τους μαθητάς Αυτού … λέγει αυτοίς• υμείς δε τίνα με λέγεται είναι; αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε• συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος. και αποκριθείς ο Ιησοῦς είπεν αυτώ• μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, αλλ ὁπατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής, (Ματθ. 16,15-18).
Ο δε απόστολος Παύλος εκλήθη «σκεύος εκλογής» υπ’ Αυτού του Κυρίου, ως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς εις τας Πράξεις των Αποστόλων: « Ην δε τις μαθητής εν Δαμασκώ ονόματι Ανανίας, και είπε προς αυτόν ο Κύριος εν οράματι• Ανανία. ο δε είπεν• ιδού εγώ, Κύριε• ο δε Κύριος προς αυτόν• αναστάς πορεύθητι επί την ρύμην την καλουμένην ευθείαν και ζήτησον εν οικία Ιούδα Σαύλον ονόματι Ταρσέα• ιδού γαρ προσεύχεται, και είδεν εν οράματι άνδρα ονόματι Ανανίαν εισελθόντα και επιθέντα αυτώ χείρα, όπως αναβλέψη. απεκρίθη δε Ανανίας• Κύριε, ακήκοα από πολλών περί του ανδρός τούτου, όσα κακά εποίησε τοις αγίοις σου εν Ιερουσαλήμ• και ώδε έχει εξουσίαν παρά των αρχιερέων δήσαι πάντας τους επικαλουμένους το όνομά σου. είπε δε προς αυτόν ο Κύριος• πορεύου, ότι σκεύος εκλογής μοι εστιν ούτος του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ• 16 εγώ γαρ υποδείξω αυτώ όσα δει αυτόν υπέρ του ονόματός μου παθείν». (Πραξ. 9,10-16).
Κοινόν χαρακτηριστικόν των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου είναι το γεγονός ότι αφ’ ενός μεν αμφότεροι εκλήθησαν εις το αποστολικόν αυτών έργον υπ’ Αυτού του Κυρίου, αφ’ ετέρου δε, εις το πρόσωπον του Ιησού του από Ναζαρέτ ανεγνώρισαν και ωμολόγησαν τον σεσαρκωμένον Θεόν Λόγον, δηλονότι τον Υιόν του Θεού τον Σωτήρα του κόσμου, Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.
Ανεγνώρισαν, με άλλα λόγια, τον υπό των προφητών και των αγίων Γραφών προκαταγγελθέντα Μεσσίαν, «ο εστι μεθερμηνευόμενον Χριστός», (Ιωάν. 1,42), ο Οποίος εξηγόρασε τους ανθρώπους με το τίμιον Αυτού αίμα. «Ειδότες ότι ου φθαρτοίς, αργυρίω η χρυσίω ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής πατροπαραδότου, αλλά τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού, προεγνωσμένου μεν προ καταβολής κόσμου, φανερωθέντος δε επ’ εσχάτων των χρόνων δι’ υμάς τους δι’ αυτού πιστεύοντας εις Θεόν τον εγείραντα αυτόν εκ νεκρών και δόξαν αυτώ δόντα, ώστε την πίστιν υμών και ελπίδα είναι εις Θεόν», (Α’ Πέτρ. 1, 18-21).
Επί πλέον δε ανεκάλυψαν εν τω προσώπω του Χριστού την εντός της Παλαιάς Διαθήκης, δηλονότι του Μωσαϊκού Νόμου, υπόσχεσιν του Θεού προς τον Αβραάμ, ότι εν τω σπέρματί του θα ευλογηθούν πάσαι αι πατριαί της γης. «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα• γέγραπται γαρ• επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου• ίνα εις τα έθνη η ευλογία του Αβραὰμ γένηται εν Χριστώ Ιησοῦ, ίνα την επαγγελίαν του Πνεύματος λάβωμεν δια της πίστεως», (Γαλάτ. 3,13-14).
Της επηγγελμένης (της υπεσχημένης) ταύτης δωρεάς του Πνεύματος του Αγίου, δηλονότι των χαρισμάτων Αυτού εγένοντο φορείς συν τοις άλλοις Αποστόλοις ο Πέτρος και ο Παύλος. Το δε κήρυγμα και η διδασκαλία των κορυφαίων τούτων οργάνων του Αγίου Πνεύματος εφώτισεν άπασαν την Οικουμένην. «Ούτοι γαρ», λέγει ο μελωδός, «τον της αληθείας λόγον σπείραντες, εν ταις καρδίαις των πιστών πάσι καρποφορίαν διένειμαν και πρεσβεύουσι Χριστώ του σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Επί του σπαρέντος τούτου λόγου της αληθείας, δηλονότι του Ευαγγελίου του Χριστού εθεμελιώθησαν και θεμελιούνται αι ανά την οικουμένην Εκκλησίαι. Μάρτυς αψευδής του λόγου τούτου της αληθείας είναι η Μητέρα πασών των Εκκλησιών, η αγία των Ιεροσολύμων Εκκλησία, η οποία «ως μάρτυς των του Χριστού παθημάτων (Α’ Πετρ. 5,1) και της αναστάσεως Αυτού», συνεχίζει την θείαν αυτής Αποστολήν. Τούτο δε πράττει μετά του «πιστού αυτής μάρτυρος», της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος, η οποία διακονεί και διαφυλάσσει λειτουργικώς και ποιμαντικώς τόσον τα Πανάγια Προσκυνήματα της ιεράς ιστορίας, όσον και το χριστεπώνυμον αυτής πλήρωμα, έχουσα ως υπερασπιστάς αυτής τους θείους και προκρίτους των Αποστόλων, Πέτρον και Παύλον.
Τούτοις μετά του υμνωδού προσείπωμεν: «Χαίρετε φωστήρες των εν σκότει του ηλίου ακτίνες υπάρχοντες. Χαίρετε Πέτρε και Παύλε, διδάσκαλοι και κήρυκες του μυστηρίου του της Θεομήτορος Παρθένου Μαρίας, χαίρετε φίλοι του Χριστού. Και νυν πάρεστε εν μέσω ημών αοράτως καταξιούντες δωρεών αΰλως τους τελούντας την πάνσεπτον εορτήν υμών». Αμήν.
και αραβιστί ως έπεται, ίδε ηλεκτρονικόν σύνδεσμον: http://www.jp-newsgate.net/ar/2014/07/12/6534
Μετά την θείαν Λειτουργίαν ο Επιστάτης μοναχός π. Ειρήναρχος εδεξιώθη φιλοφρόνως εις το ηγουμενείον την Πατριαρχικήν συνοδείαν και ακολούθως δε τη μεσημβρία παρέθεσεν εις πάντας, εις την παραλίαν, τράπεζαν εκ των ιχθύων της Τιβεριάδος θαλάσσης.
Εκ της Αρχιγραμματείας.