ΕΝ ΟΨΕΙ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ
Ἀπό τά πιό σημαντικά ζητήματα —ἄν ὄχι τό σημαντικότερο— γιά μία τοπική Ἐκκλησία, εἶναι ἡ ἀνάδειξη τῶν νέων Μητροπολιτῶν, δηλαδή τῶν ἐπαρχιούχων ἐπισκόπων της καί μελῶν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας. Αὐτό ἰσχύει καί γιά τή δική μας Ἐκκλησία, τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὅπως εἶναι διοικητικά συγκροτημένη ἀπό τίς Μητροπόλεις τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τίς Μητροπόλεις πού ἀνήκουν πνευματικῶς στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Λόγω αὐτῆς τῆς ἰδιαίτερης σημασίας πού ἔχει τό θέμα γιά τή ζωή ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας μας —φυσικά, καί κάθε κενῆς Μητροπόλεως πού πρόκειται νά πληρωθεῖ—, ἀνάλογη σημασία προσλαμβάνει καί ὁ τρόπος, ἡ διαδικασία ἐκλογῆς τῶν νέων Ἱεραρχῶν. Τό πρώτιστο καί πλέον ὑπεύθυνο καθῆκον τῶν ἐπισκόπων εἶναι ἡ ἀνάδειξη διά τῆς ψήφου τους τῶν νέων συνεπισκόπων τους.
Ἐξ ἀφορμῆς τοῦ γεγονότος ὅτι ἔχουμε σήμερα δύο κενές Μητροπόλεις (Φωκίδος καί Ἰωαννίνων) καί τό σῶμα τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας θά κληθεῖ εἴτε ἐκτάκτως εἴτε τό ἀργότερο τόν Ὀκτώβριο κατά τήν τακτική σύγκληση τοῦ σώματος νά προβεῖ στήν πλήρωση τῶν κενῶν τούτων Μητροπόλεων, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά διατυπώσω ὁρισμένες σκέψεις μου γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς ἐκλογῆς τῶν Μητροπολιτῶν.
* * *
Ἡ διαδικασία ἐκλογῆς Μητροπολιτῶν καθορίζεται ἀπό τόν ἰσχύοντα Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας, τόν Νόμο 590/1977 στό Ζ’ κεφάλαιό του καί στά ἄρθρα 24-26 (ἀνάλογες ρυθμίσεις περιεῖχαν καί παλαιότεροι καταστατικοί νόμοι). Οἱ διατάξεις αὐτές ἀκολουθήθηκαν κατά τή διάρκεια τῶν τελευταίων 37 ἐτῶν ἰσχύος τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου, μία σχετικῶς μακρά περίοδο, κατά τήν ὁποία ὑπηρέτησαν τήν Ἐκκλησία μας τρεῖς Ἀρχιεπίσκοποι (οἱ μακαριστοί Σεραφείμ καί Χριστόδουλος καί ὁ Μακαρ. κ. Ἱερώνυμος Β’).
Καταγράφοντας συνοπτικά τίς ἐντυπώσεις πού ἄφησαν καί τά σχόλια πού διατυπώθηκαν γιά τίς περισσότερες ἐκλογές πού διενεργήθηκαν τά τελευταῖα σαράντα χρόνια, μποροῦμε νά ἀναφέρουμε τά ἑξῆς ἀρνητικά σημεῖα :
1. Οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας (κληρικοί καί λαϊκοί) ἀλλά καί ἡ κοινή γνώμη εὐρύτερα ἀμφιβάλλουν ἄν καί κατά πόσον οἱ ἐπίσκοποι ψηφίζουμε τούς νέους συνεπισκόπους μας ἐνεργώντας ἀνεπηρέαστα, κατά συνείδησιν καί ὑπό τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό φαινόμενο θά πρέπει νά μᾶς ἀνησυχήσει, διότι αὐτό πού ἐν τέλει διακυβεύεται εἶναι τό κύρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ σώματος καί ἡ ἱεραρχική δομή τῆς Ἐκκλησίας μας.
2. Ὁ ἀποφασιστικός παράγων γιά τήν προβολή ἑνός ὑποψηφίου (πράγμα τό ὁποῖο προδικάζει καί τό ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐκλογῆς) εἶναι ἡ βούληση τοῦ ἑκάστοτε Ἀρχιεπισκόπου. Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά κάθε ἀρχιερατική ἐκλογή καί πολύ-πολύ νωρίς οἱ ἐνδιαφερόμενοι ἤ οἱ ὑποστηρικτές τους ἐπιδιώκουν νά ἀποσπάσουν τήν ἔγκριση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Φτάσαμε στό σημεῖο ἀκόμη κι ἐμεῖς οἱ Μητροπολίτες νά ὁμιλοῦμε, ὅτι ὁ τάδε «ἔχει» ἤ «ἔλαβε τό χρίσμα» καί ὁ ἄλλος «δέν τό ἔχει» ἤ «δέν τό ἔλαβε»! Ἀνάλογα καί ἐξίσου λυπηρά καί τά σχόλια γιά «Βολιῶτες» Ἱεράρχες παλαιότερα καί γιά «Βοιωτούς» σήμερα.
3. Στίς ἀρχιερατικές ἐκλογές μας σπάνια λαμβάνεται ὑπ᾽ ὄψιν ἀπό τήν Ἱεραρχία ἡ ἐπιθυμία τῶν τοπικῶν κοινωνιῶν γιά τό πρόσωπο τοῦ νέου ποιμένος τους. Ἐκλέγουμε καί ἀποστέλλουμε συχνά Ἱεράρχες παντελῶς ἀγνώστους στίς Μητροπόλεις πού θά ποιμάνουν, ὅταν μάλιστα στίς Μητροπόλεις αὐτές συμπίπτει νά διακονοῦν λαμπροί ἀρχιμανδρίτες γιά τήν ἐκλογή τῶν ὁποίων μᾶς παρακαλοῦν κληρικοί καί λαϊκοί τῶν περιοχῶν αὐτῶν. Ὡς ἐκ τούτου εἶναι πολύ φυσικό οἱ κληρικοί αὐτοί νά ἀπογοητεύονται ἀπό τή στάση μας, καί νεώτεροι κληρικοί νά μή θέλουν νά ὑπηρετήσουν στήν ἐπαρχία. Προτιμοῦν τό κέντρο καί τίς κεντρικές ἐκκλησιαστικές ὑπηρεσίες γιά νά μπορέσουν νά ἀναδειχθοῦν εὐκολώτερα καί γρηγορώτερα.
* * *
Τί πρέπει νά γίνει;
Εἶναι ἀνάγκη —αἴτημα τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί κάθε καλῆς θελήσεως ἀνθρώπου— νά ἀποκαταστήσουμε τήν ἱερότητα καί τό κύρος τῶν ἐπισκοπικῶν ἐκλογῶν μας. Νά ἀναζητήσουμε τρόπους πού νά πείθουν ὅλους —ἀκόμη κι ἐμᾶς τούς ἴδιους—, ὅτι ψηφίζοντας ἐνεργοῦμε πράγματι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Νά περιορίσουμε ὅ,τι εἶναι (ἤ ὅ,τι φαίνεται ὅτι εἶναι) ἀνθρώπινο καί νά ἀφήσουμε χῶρο γιά νά ἐνεργεῖ καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Σεβάσμιοι καί ἐγκρατεῖς ἀδελφοί Ἱεράρχες κατά καιρούς κατέθεσαν τόν προβληματισμό τους καί διετύπωσαν σχετικές προτάσεις. Αὐτό ἔκανε καί ὁ νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Μακαρ. κ. Ἱερώνυμος. Ὡς μητροπολίτης Θηβῶν ἐπέκρινε ἀρνητικά φαινόμενα παλαιοτέρων ἐκλογῶν καί ὑπερθεμάτιζε γιά τήν ἀνάγκη ἀλλαγῆς τοῦ συστήματος. Παρῆλθε ἤδη πενταετία ἀπό τήν ἐκλογή του ὡς Ἀρχιεπισκόπου καί ἀκόμη περιμένουμε. (Ἄς γνωρίζει πάντως —καί τό λέμε μέ πολύ σεβασμό καί ἀγάπη πρός τό πρόσωπό του— ὅτι ἡ ἀλλαγή ἐπί τά βελτίω τοῦ τρόπου τῶν ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν καί μόνο ἀρκεῖ γιά νά τοῦ ἐξασφαλίσει θέση μεταξύ τῶν μεγάλων Ἀρχιεπισκόπων).
* * *
Τί μπορεῖ νά γίνει γρήγορα καί εὔκολα; Μέ τροποποίηση τοῦ ἄρθρου 25 τοῦ Καταστατικοῦ μας Χάρτου (πού πιστεύω ὅτι θά τήν ψηφίσουν ὅλες οἱ πτέρυγες τῆς Βουλῆς) νά προβλέπεται ὅτι ἀπό τούς τρεῖς ὑποψηφίους πού πλειονοψήφισαν στό «τριπρόσωπο», στή συνέχεια ὁ νέος Μητροπολίτης ἐκλέγεται διά κληρώσεως.
Ὁ τρόπος αὐτός, ἀποστολικός στήν προέλευση (βλ. Πράξ. 1, 21-26), συνδυάζει ἄριστα καί τήν ἐνεργό καί ὑπεύθυνη συμμετοχή ἡμῶν τῶν ἐπισκόπων στόν καταρτισμό διά τῆς ψήφου μας τοῦ «τριπροσώπου» (πράγμα πού δέν γίνεται σήμερα, ἀφοῦ οἱ πάντες γνωρίζουν ἀπό καιρό ποιός ἔχει ἤδη προκριθεῖ —εἶναι γνωστή ἡ ἔκφραση «γιά παραγέμισμα» γιά τούς ἄλλους δύο ὑποψηφίους τοῦ τριπροσώπου) καί ἀφήνει χῶρο νά δράσει θαυμαστῶς καί τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἔτσι, περιορίζεται ἡ δυνατότητα τοῦ ἑκάστοτε Ἀρχιεπισκόπου νά ἐλέγχει τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐκλογῆς (ἀλλά καί οἱ φορτικές πιέσεις πού τοῦ ἀσκοῦνται ἀπό διαφόρους ὑπέρ τοῦ ὑποψηφίου τῆς προτιμήσεώς τους) καί ὑποχρεώνει ἐμᾶς τούς Ἱεράρχες στό νά καταρτίζουμε διά τῆς ψήφου μας τό «τριπρόσωπο» μέ αἴσθημα εὐθύνης καί ἀξιοκρατικά κριτήρια, ἀφοῦ τελικά ἕνας ἀπό τούς τρεῖς πού θά συμπεριληφθοῦν σ᾽ αὐτό πρόκειται νά ἐπιλεγεῖ μέ τήν κλήρωση νέος Μητροπολίτης τῆς κενῆς Μητροπόλεως.
Οἱ καιροί οὐ μενετοί. Τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μας περιμένει ἤ μᾶλλον ἀπαιτεῖ πολλά ἀπό ἐμᾶς τούς ἐπισκόπους της. Ἱερή ὑποχρέωσή μας νά μήν τό ἀπογοητεύουμε. Ἡ συναίσθηση τῆς ἐπισκοπικῆς μου εὐθύνης μέ ὤθησε νά γράψω τά ὅσα ἐξέθεσα παραπάνω. Μακάρι ἄλλοι ἀδελφοί, σοφότεροι καί ἱκανότεροι, νά προτείνουν ἀκόμη καλύτερες λύσεις. Αὐτό πάντως πού ἐπιβάλλεται εἶναι νά μήν καθυστερήσουμε καί ἄλλο στήν ἀντιμετώπιση τοῦ φλέγοντος αὐτοῦ ζητήματος.