Ο μητροπολίτης Ν.Σμύρνης ενόψει των αρχιερατικών εκλογών

Απόψεις - Άρθρα - Σχόλια | Δημοσίευση: 09/05/2014

ΕΝ ΟΨΕΙ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

            Ἀ­πό τά πιό ση­μαν­τι­κά ζη­τή­μα­τα —ἄν ὄ­χι τό ση­μαν­τι­κό­τε­ρο— γιά μί­α το­πι­κή Ἐκ­κλη­σί­α, εἶ­ναι ἡ ἀ­νά­δει­ξη τῶν νέ­ων Μη­τρο­πο­λι­τῶν, δη­λα­δή τῶν ἐ­παρ­χι­ού­χων ἐ­πι­σκό­πων της καί με­λῶν τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Συ­νό­δου τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας. Αὐ­τό ἰ­σχύ­ει καί γιά τή δι­κή μας Ἐκ­κλη­σί­α, τήν Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος, ὅ­πως εἶ­ναι δι­οι­κη­τι­κά συγ­κρο­τη­μέ­νη ἀ­πό τίς Μη­τρο­πό­λεις τῆς Αὐ­το­κε­φά­λου Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος καί τίς Μη­τρο­πό­λεις πού ἀ­νή­κουν πνευ­μα­τι­κῶς στό Οἰ­κου­με­νι­κό Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο. Λό­γω αὐ­τῆς τῆς ἰ­δι­αί­τε­ρης ση­μα­σί­ας πού ἔ­χει τό θέ­μα γιά τή ζω­ή ὁ­λό­κλη­ρης τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας —φυ­σι­κά, καί κά­θε κε­νῆς Μη­τρο­πό­λε­ως πού πρό­κει­ται νά πλη­ρω­θεῖ—, ἀ­νά­λο­γη ση­μα­σία προσ­λαμ­βά­νει καί ὁ τρό­πος, ἡ δι­α­δι­κα­σί­α ἐ­κλο­γῆς τῶν νέ­ων Ἱ­ε­ραρ­χῶν. Τό πρώ­τι­στο καί πλέ­ον ὑ­πεύ­θυ­νο κα­θῆ­κον τῶν ἐ­πι­σκό­πων εἶ­ναι ἡ ἀ­νά­δει­ξη διά τῆς ψή­φου τους τῶν νέ­ων συ­νε­πι­σκό­πων τους.

            Ἐξ ἀ­φορ­μῆς τοῦ γε­γο­νό­τος ὅ­τι ἔ­χου­με σή­με­ρα δύ­ο κε­νές Μη­τρο­πό­λεις (Φω­κί­δος καί Ἰ­ω­αν­νί­νων) καί τό σῶ­μα τῆς σε­πτῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας θά κλη­θεῖ εἴ­τε ἐ­κτά­κτως εἴ­τε τό ἀρ­γό­τε­ρο τόν Ὀ­κτώ­βριο κα­τά τήν τα­κτι­κή σύγ­κλη­ση τοῦ σώ­μα­τος νά προ­βεῖ στήν πλή­ρω­ση τῶν κε­νῶν τού­των Μη­τρο­πό­λε­ων, ἄς μοῦ ἐ­πι­τρα­πεῖ νά δι­α­τυ­πώ­σω ὁ­ρι­σμέ­νες σκέ­ψεις μου γύ­ρω ἀ­πό τό ζή­τη­μα τῆς ἐ­κλο­γῆς τῶν Μη­τρο­πο­λι­τῶν.

* * *

            Ἡ δι­α­δι­κα­σί­α ἐ­κλο­γῆς Μη­τρο­πο­λι­τῶν κα­θο­ρί­ζε­ται ἀ­πό τόν ἰ­σχύ­ον­τα Κα­τα­στα­τι­κό Χάρ­τη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, τόν Νό­μο 590/1977 στό Ζ’ κε­φά­λαι­ό του καί στά ἄρ­θρα 24-26 (ἀ­νά­λο­γες ρυθ­μί­σεις πε­ρι­εῖ­χαν καί πα­λαι­ό­τε­ροι κα­τα­στα­τι­κοί νό­μοι). Οἱ δι­α­τά­ξεις αὐ­τές ἀ­κο­λου­θή­θη­καν κα­τά τή διά­ρκεια τῶν τε­λευ­ταί­ων 37 ἐ­τῶν ἰ­σχύ­ος τοῦ Κα­τα­στα­τι­κοῦ Χάρ­του, μί­α σχε­τι­κῶς μα­κρά πε­ρί­ο­δο, κα­τά τήν ὁ­ποί­α ὑ­πη­ρέ­τη­σαν τήν Ἐκ­κλη­σί­α μας τρεῖς Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­ποι (οἱ μα­κα­ρι­στοί Σε­ρα­φείμ καί Χρι­στό­δου­λος καί ὁ Μα­καρ. κ. Ἱ­ε­ρώ­νυ­μος Β’).

            Κα­τα­γρά­φον­τας συ­νο­πτι­κά τίς ἐν­τυ­πώ­σεις πού ἄ­φη­σαν καί τά σχό­λια πού δι­α­τυ­πώ­θη­καν γιά τίς περισσότερες ἐ­κλο­γές πού δι­ε­νερ­γή­θη­καν τά τε­λευ­ταῖ­α σα­ράν­τα χρό­νια, μπο­ροῦ­με νά ἀ­να­φέ­ρου­με τά ἑ­ξῆς ἀρ­νη­τι­κά ση­μεῖ­α :

            1. Οἱ ἄν­θρω­ποι τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας (κλη­ρι­κοί καί λα­ϊ­κοί) ἀλ­λά καί ἡ κοι­νή γνώ­μη εὐ­ρύ­τε­ρα ἀμ­φι­βάλ­λουν ἄν καί κα­τά πό­σον οἱ ἐ­πί­σκο­ποι ψη­φί­ζου­με τούς νέ­ους συ­νε­πι­σκό­πους μας ἐ­νερ­γών­τας ἀ­νε­πη­ρέ­α­στα, κα­τά συ­νεί­δη­σιν καί ὑ­πό τήν ἐ­πι­στα­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Τό φαι­νό­με­νο θά πρέ­πει νά μᾶς ἀ­νη­συ­χή­σει, δι­ό­τι αὐ­τό πού ἐν τέ­λει δι­α­κυ­βεύ­ε­ται εἶ­ναι τό κύ­ρος τοῦ ἐ­πι­σκο­πι­κοῦ σώ­μα­τος καί ἡ ἱ­ε­ραρ­χι­κή δο­μή τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.

2. Ὁ ἀ­πο­φα­σι­στι­κός πα­ρά­γων γιά τήν προ­βο­λή ἑ­νός ὑ­πο­ψη­φί­ου (πράγ­μα τό ὁ­ποῖ­ο προ­δι­κά­ζει καί τό ἀ­πο­τέ­λε­σμα μιᾶς ἐ­κ­λο­γῆς) εἶ­ναι ἡ βού­λη­ση τοῦ ἑ­κά­στο­τε Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που. Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι γιά κά­θε ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κή ἐ­κλο­γή καί πο­λύ-πο­λύ νω­ρίς οἱ ἐν­δι­α­φε­ρό­με­νοι ἤ οἱ ὑ­πο­στη­ρι­κτές τους ἐ­πι­δι­ώ­κουν νά ἀ­πο­σπά­σουν τήν ἔγ­κρι­ση τοῦ Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που. Φτά­σα­με στό ση­μεῖ­ο ἀ­κό­μη κι ἐ­μεῖς οἱ Μη­τρο­πο­λί­τες νά ὁμιλοῦμε, ὅ­τι ὁ τά­δε «ἔ­χει» ἤ «ἔ­λα­βε τό χρί­σμα» καί ὁ ἄλ­λος «δέν τό ἔ­χει» ἤ «δέν τό ἔ­λα­βε»! Ἀ­νά­λο­γα καί ἐ­ξί­σου λυ­πη­ρά καί τά σχό­λια γιά «Βο­λι­ῶ­τες» Ἱ­ε­ράρ­χες πα­λαι­ό­τε­ρα καί γιά «Βοι­ω­τούς» σή­με­ρα.

3. Στίς ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κές ἐ­κλο­γές μας σπά­νια λαμ­βά­νε­ται ὑ­π᾽ ὄψιν ἀ­πό τήν Ἱ­ε­ραρ­χί­α ἡ ἐ­πι­θυ­μί­α­ τῶν το­πι­κῶν κοι­νω­νι­ῶν γιά τό πρό­σω­πο τοῦ νέ­ου ποι­μέ­νος τους. Ἐ­κλέ­γου­με καί ἀ­πο­στέλ­λου­με συ­χνά Ἱ­ε­ράρ­χες παν­τε­λῶς ἀ­γνώ­στους στίς Μη­τρο­πό­λεις πού θά ποι­μά­νουν, ὅ­ταν μά­λι­στα στίς Μη­τρο­πό­λεις αὐ­τές συμ­πί­πτει νά δι­α­κο­νοῦν λαμ­προί ἀρ­χι­μαν­δρί­τες γιά ­τήν ἐ­κλο­γή τῶν ὁ­ποί­ων μᾶς πα­ρα­κα­λοῦν κλη­ρι­κοί καί λα­ϊ­κοί τῶν πε­ρι­ο­χῶν αὐ­τῶν. Ὡς ἐκ τού­του εἶ­ναι πο­λύ φυ­σι­κό οἱ κλη­ρι­κοί αὐ­τοί νά ἀ­πο­γο­η­τεύ­ον­ται ἀ­πό τή στά­ση μας, καί νε­ώ­τε­ροι κλη­ρι­κοί νά μή θέ­λουν νά ὑ­πη­ρε­τή­σουν στήν ἐ­παρ­χί­α. Προ­τι­μοῦν τό κέν­τρο καί τίς κεν­τρι­κές ἐκ­κλη­σι­α­στι­κές ὑ­πη­ρε­σί­ες γιά νά μπο­ρέ­σουν νά ἀ­να­δει­χθοῦν εὐ­κο­λώ­τε­ρα καί γρη­γο­ρώ­τε­ρα.

* * *

Τί πρέ­πει νά γί­νει;

Εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη —αἴ­τη­μα τοῦ πλη­ρώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀλ­λά καί κά­θε κα­λῆς θε­λή­σε­ως ἀν­θρώ­που— νά ἀ­πο­κα­τα­στή­σου­με τήν ἱ­ε­ρό­τη­τα καί τό κύ­ρος τῶν ἐ­πι­σκο­πι­κῶν ἐ­κλο­γῶν μας. Νά ἀ­να­ζη­τή­σουμε τρό­πους πού νά πεί­θουν ὅ­λους —ἀ­κό­μη κι ἐ­μᾶς τούς ἴ­διους—, ὅ­τι ψη­φί­ζον­τας ἐ­νερ­γοῦ­με πράγ­μα­τι ἐν Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι. Νά πε­ρι­ο­ρί­σου­με ὅ,τι εἶ­ναι (ἤ ὅ,τι φαί­νε­ται ὅ­τι εἶ­ναι) ἀν­θρώ­πι­νο καί νά ἀ­φή­σου­με χῶ­ρο γιά νά ἐ­νερ­γεῖ καί τό Πνεῦ­μα τό Ἅ­γιο. Σε­βά­σμιοι καί ἐγ­κρα­τεῖς ἀ­δελ­φοί Ἱ­ε­ράρ­χες κα­τά και­ρούς κα­τέ­θε­σαν τόν προ­βλη­μα­τι­σμό τους καί δι­ε­τύ­πω­σαν σχε­τι­κές προ­τά­σεις. Αὐ­τό ἔ­κα­νε καί ὁ νῦν Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος Μα­καρ. κ. Ἱ­ε­ρώ­νυ­μος. Ὡς μητροπολίτης Θηβῶν ἐ­πέ­κρι­νε ἀρ­νη­τι­κά φαι­νό­με­να πα­λαι­ο­τέ­ρων ἐ­κλο­γῶν καί ὑ­περ­θε­μά­τι­ζε γιά τήν ἀ­νάγ­κη ἀλ­λα­γῆς τοῦ συ­στή­μα­τος. Πα­ρῆλ­θε ἤ­δη πεν­τα­ε­τί­α ἀ­πό τήν ἐ­κλο­γή του ὡς Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που καί ἀ­κό­μη πε­ρι­μέ­νου­με. (Ἄς γνω­ρί­ζει πάν­τως —καί τό λέ­με μέ πο­λύ σε­βα­σμό καί ἀ­γά­πη πρός τό πρό­σω­πό του— ὅ­τι ἡ ἀλ­λα­γή ἐ­πί τά βελ­τί­ω τοῦ τρό­που τῶν ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κῶν ἐ­κλο­γῶν καί μό­νο ἀρ­κεῖ γιά νά τοῦ ἐ­ξα­σφα­λί­σει θέ­ση με­τα­ξύ τῶν με­γά­λων Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­πων).   

* * *

Τί μπο­ρεῖ νά γί­νει γρή­γο­ρα καί εὔ­κο­λα; Μέ τρο­πο­ποί­η­ση τοῦ ἄρ­θρου 25 τοῦ Κα­τα­στα­τι­κοῦ μας Χάρ­του (πού πι­στεύ­ω ὅ­τι θά τήν ψη­φί­σουν ὅ­λες οἱ πτέ­ρυ­γες τῆς Βου­λῆς) νά προ­βλέ­πε­ται ὅ­τι ἀ­πό τούς τρεῖς ὑ­πο­ψη­φί­ους πού πλει­ο­νο­ψή­φι­σαν στό «τρι­πρό­σω­πο», στή συ­νέ­χεια ὁ νέ­ος Μη­τρο­πο­λί­της ἐ­κλέ­γε­ται διά κλη­ρώ­σε­ως.

Ὁ τρό­πος αὐ­τός, ἀ­πο­στο­λι­κός στήν προ­έ­λευ­ση (βλ. Πράξ. 1, 21-26), συν­δυά­ζει ἄ­ρι­στα καί τήν ἐ­νερ­γό καί ὑ­πεύ­θυ­νη συμ­με­το­χή ἡ­μῶν τῶν ἐ­πι­σκό­πων στόν κα­ταρ­τι­σμό διά τῆς ψή­φου μας τοῦ «τρι­προ­σώ­που» (πράγ­μα πού δέν γί­νε­ται σή­με­ρα, ἀ­φοῦ οἱ πάν­τες γνω­ρί­ζουν ἀ­πό και­ρό ποι­ός ἔ­χει ἤ­δη προ­κρι­θεῖ —εἶ­ναι γνω­στή ἡ ἔκ­φρα­ση «γιά πα­ρα­γέ­μι­σμα» γιά τούς ἄλ­λους δύ­ο ὑ­πο­ψη­φί­ους τοῦ τρι­προ­σώ­που) καί ἀ­φή­νει χῶ­ρο νά δρά­σει θαυ­μα­στῶς καί τό Ἅ­γιο Πνεῦ­μα.

Ἔ­τσι, πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται ἡ δυ­να­τό­τη­τα τοῦ ἑ­κά­στο­τε Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που νά ἐ­λέγ­χει τό ἀ­πο­τέ­λε­σμα τῆς ἐ­κλο­γῆς (ἀλ­λά καί οἱ φορ­τι­κές πι­έ­σεις πού τοῦ ἀ­σκοῦν­ται ἀ­πό δι­α­φό­ρους ὑ­πέρ τοῦ ὑ­πο­ψη­φί­ου τῆς προ­τι­μή­σε­ώς τους) καί ὑ­πο­χρε­ώ­νει ἐ­μᾶς τούς Ἱ­ε­ράρ­χες στό νά κα­ταρ­τί­ζου­με διά τῆς ψή­φου μας τό «τρι­πρό­σω­πο» μέ αἴ­σθη­μα εὐ­θύ­νης καί ἀ­ξι­ο­κρα­τι­κά κρι­τή­ρια, ἀ­φοῦ τε­λι­κά ἕ­νας ἀ­πό τούς τρεῖς πού θά συμ­πε­ρι­λη­φθοῦν σ᾽ αὐ­τό πρό­κει­ται νά ἐ­πι­λε­γεῖ μέ τήν κλή­ρω­ση νέ­ος Μη­τρο­πο­λί­της τῆς κε­νῆς Μη­τρο­πό­λε­ως.

Οἱ και­ροί οὐ με­νε­τοί. Τό πλή­ρω­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας πε­ρι­μέ­νει ἤ μᾶλ­λον ἀ­παι­τεῖ πολ­λά ἀ­πό ἐ­μᾶς τούς ἐ­πι­σκό­πους της. Ἱ­ε­ρή ὑ­πο­χρέ­ω­σή μας νά μή­ν τό ἀ­πο­γο­η­τεύ­ου­με. Ἡ συ­ναί­σθη­ση τῆς ἐ­πι­σκο­πι­κῆς μου εὐ­θύ­νης μέ ὤ­θη­σε νά γρά­ψω τά ὅ­σα ἐ­ξέ­θε­σα πα­ρα­πά­νω. Μα­κά­ρι ἄλ­λοι ἀ­δελ­φοί, σο­φό­τε­ροι καί ἱ­κα­νό­τε­ροι, νά προ­τεί­νουν ἀ­κό­μη κα­λύ­τε­ρες λύ­σεις. Αὐ­τό πάν­τως πού ἐ­πι­βάλ­λε­ται εἶ­ναι νά μήν κα­θυ­στε­ρή­σου­με καί ἄλ­λο στήν ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τοῦ φλέγοντος αὐτοῦ ζη­τή­μα­τος.