άρθρο του Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου (από το ένθετο της Δημοκρατίας για την Ορθοδοξία)
Οι γλυκόλαλες της Ανάστασης καμπάνες αντηχούν ακόμα παρήγορα στα αυτιά μας… Γρήγορα, όμως, οι εμπειρίες αυτές θα επικαλυφθούν από της καθημερινότητας την τύρβη και θα παραμένουν βαθιά μέσα στην ψυχή μας σαν μια ανάμνηση και προσμονή, ταυτόχρονα, γλυκιά.
Οι άνθρωποι, οι οποίοι πλημμύρισαν τους ναούς στις πόλεις, στα χωριά και τα νησιά, θα επιστρέψουν στην έναγχο καθημερινότητά τους. Εως τις επόμενες γιορτές, έως το επόμενο Πάσχα, που όλοι με παιδική ανυπομονησία προσδοκούν, όχι τόσο για να ξεκουραστούν σωματικά όσο για να ξεδιψάσουν πνευματικά και να αναζωογονηθούν ψυχικά.
Πριν από πολλά χρόνια, ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ είχε μιλήσει με αισιοδοξία για την πίστη των Ελλήνων, οι οποίοι το Πάσχα παίρνουν τη «λαμπαδούρα» τους και πηγαίνουν στην Εκκλησία. Από κάποιους τότε είχε λοιδορηθεί, σήμερα όμως έχει δικαιωθεί!
Γιατί η πασχαλινή «λαμπαδούρα» δεν είναι απλώς ένα ωραίο και γραφικό έθιμο, αλλά μια απόδειξη ότι οι Ελληνες ήταν, παραμένουν και θα παραμένουν ορθόδοξοι χριστιανοί!
Και δεν είναι λίγοι αυτοί, που μιλούν για θαύμα! Και είναι θαύμα...
Διότι, πώς μπορεί να εξηγηθεί, να ερμηνευθεί και να κατανοηθεί αυτή η επιμονή των Ελλήνων στα ιερά και τα όσια της παράδοσής μας σε μια εποχή έντονα αντιπνευματική και ενίοτε αντιχριστιανική;
Σε μια εποχή, κατά την οποία στη Δύση κλείνουν οι ναοί και μετατρέπονται σε μουσεία ή χώρους πολιτιστικών εκδηλώσεων, στην Ελλάδα συνεχώς χτίζονται καινούργιοι ναοί. Η αθρόα προσέλευση των πιστών στους ναούς τη Μεγάλη Εβδομάδα -και κάθε Μεγάλη Εβδομάδα- δεν είναι μόνο τεκμήριο της πίστης και της εμπιστοσύνης τους προς την Εκκλησία, αλλά και απόδειξη της μέσα στον χρόνο συμπόρευσης Ελληνισμού και Εκκλησίας, και των δεσμών που τους συνδέουν, τους οποίους μάταια να διαρρήξουν οι «τα κέντρα λακτίζοντες» προσπαθούν.
Η πρωτόγνωρη και απρόσμενη αλλαγή που ενέσκηψε στην ατομική και κοινωνική ζωή των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια έθιξε, αμφισβήτησε ή και ανέτρεψε ιδέες, ιδεολογίες και θεσμούς, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν και φαίνονταν ακλόνητοι και σταθεροί.
Ο οργισμένος χείμαρρος της αμφισβήτησης που σάρωσε πρόσωπα και κάθε είδους οργανισμούς «στράφηκε προς τα οπίσω» στην περίπτωση της Εκκλησίας, η οποία βγαίνει από αυτήν την εθνική δοκιμασία μας πιο σταθερή, πιο ισχυρή, παρά τα πυρά που στράφηκαν ή και στρέφονται ενάντια στους εκπροσώπους της.
Παρά ταύτα, η Εκκλησία σήμερα -όπως και σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν- εκτός από τον ποιμαντικό και πνευματικό ρόλο της, αναλαμβάνει και ρόλο εθναρχικό, κοινωνικό και επιστηρικτικό, κατακτώντας πανηγυρικά την εμπιστοσύνη των πιστών -και όχι-μόνο- παρά τις κατά το ανθρώπινο ατέλειες των μελών της.
Θεανθρώπινος οργανισμός η Εκκλησία, με θεία και υπερτέλεια κεφαλή και μέλη θνητά και ατελή…
Αυτή την Εκκλησία που, στρατευμένη στον διαρκή πόλεμο κατά της αδικίας και του κακού, εσωτερικού και εξωτερικού, συχνά «τραυματίζεται», άλλοτε «ματώνει» και ενίοτε «υποχωρεί» οι Ελληνες εμπιστεύονται, σε αυτήν καταφεύγουν, από αυτή βοήθεια και στήριξη περιμένουν, τον παρηγορητικό της λόγο αναζητούν, για να κρατήσουν ζωντανή την ελπίδα και την αγωνιστικότητά τους για ένα μέλλον καλύτερο που τους αξίζει και τους ανήκει!
Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά! Αν, κατά την αψευδή διαβεβαίωση του Χριστού «πύλαι Αδου ου κατισχύσουσιν Αυτής», είναι μαθηματικά βέβαιο ότι και «θύελλαι κρίσεως ου συνταράξουσιν Αυτήν»!
Και τούτο, διότι Χριστός Ανέστη!