Μακαριώτατε Πατριάρχα Μόσχας καί πάσης Ρωσίας, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ, κύριε Κύριλλε,
Ἡ εὐλογητή Σας παρουσία μᾶς ἐπιτρέπει νά ἐκφράσουμε, μέσα ἀπό τήν κοινή μετοχή στή Θεία Εὐχαριστία, τά βαθύτατα αἰσθήματα φιλαδελφίας καί τιμῆς πού τρέφουμε πρός τό πρόσωπό Σας καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ὅπως καί νά διατρανώσουμε τούς μακραίωνους ἀδελφικούς δεσμούς μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας. Μᾶς συνδέουν κοινές ἱστορικές μνῆμες καί κοινοί ἀγῶνες, καί ἐπιπλέον μᾶς ἑνώνουν ἡ μυστηριακή ζωή καί ἡ κοινή μαρτυρία κατά τήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς μας στόν σύγχρονο κόσμο.
Ἡ οἰκοδόμηση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι κάτι δεδομένο, ἀλλά ἐπιβεβαιώνεται μέσα στήν ἐμπειρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τοῦ διαρκοῦς ἀγῶνος τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος, ἔκφραση τῆς εὐχαριστιακῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί ἀντανάκλαση τῆς κοινωνίας τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἐν τέλει, ἡ Ἐκκλησία, μέσα ἀπό τή διακονία τοῦ θείου λόγου καί τῶν ἱερῶν μυστηρίων, ἐκτείνεται μεταφέροντας τήν ἀγάπη Της πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, τούς ἐγγύς καί τούς μακράν, ὅπως καί πρός σύνολη τή δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Κάτι τέτοιο ἐπιτυγχάνεται μέ κινήσεις σταυρικοῦ ἤθους πού φωτίζονται ἀπό ἀναστάσιμη ἐλπίδα, κατά τόν τύπο τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ τόν ἱερό ὑμνωδό, «ἥπλωσε τὰς παλάμας» ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἑνώνοντας «τά τό πρίν διεστῶτα».
Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι σέ αὐτή τή γῆ τήν ἐκκλησία τοῦ δήμου διεδέχθη ἡ Ἐκκλησία τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιά νά ἑνώνονται οἱ ἄνθρωποι, «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν»[1]«ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ»[2], καί «μιᾷ ψυχῇ συναθλοῦντες τῇ πίστει τοῦ Εὐαγγελίου»[3]. «Καί λοιπόν ἐσμεν πάντες μιᾷ ψυχῇ, ἑνί πνεύματι καί φρονήματι τό ἱερόν κυκλοῦντες θυσιαστήριον»[4], «τηροῦντες τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης»[5].
Παρά τή διοικητική κατάτμηση, ἡ Ὀρθοδοξία παραμένει ἑνωμένη μέ τήν κοινή πίστη καί μέ τόν ἱερό αὐτό σύνδεσμο τῆς εἰρήνης καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, ἡ ὁποία δέν γνωρίζει ὅρια καί διά τῆς ὁποίας διαχρονικῶς διασφαλίζεται ἡ ἑνότητα καί ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Μολονότι κάθε μία ἀπό τίς τοπικές Ἐκκλησίες διατηρεῖ τίς δικές της ἰδιαιτερότητες, ὅλες μαζί συναποτελοῦν τά ζωντανά μέλη ἑνός ἑνιαίου Σώματος, τό ὁποῖο συγκροτεῖται εὐχαριστιακά μέ τήν ἔμπρακτη πίστη «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν» κοινότητα.
Ἡ συνάντηση καί συνομιλία τοῦ Κυρίου μας μέ τή Σαμαρείτιδα στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή τῆς ἀποκάλυψε τήν «πηγή τῆς ζωῆς», αὐτή τήν ἴδια ζωτική πνοή πού ἔθρεψε ἱστορικῶς τήν Ἑλλαδική καί τή Ρωσική Ἐκκλησία. Οἱ σεπτές εἰκόνες τῶν ἁγίων μορφῶν πού μᾶς περισκέπουν σέ αὐτόν τόν ἱερό ναό τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος τοῦ Ἰαματικοῦ ἀποτελοῦν ἀψευδεῖς μάρτυρες τῆς ἀνάγκης νά ἐμβαθύνουμε καί νά προαγάγουμε τήν πνευματική μας κοινωνία καί τίς κοινές δράσεις, «πίστει καί λόγῳ καί γνώσει καί πάσῃ σπουδῇ καί τῇ ἐξ ὑμῶν ἐν ἡμῖν ἀγάπῃ» (Β΄ Κορ. η΄ 7), πρός ὄφελος ὅλων τῶν ἀδελφῶν μας.
Εὔχομαι ὁλόψυχα αὐτή ἡ πηγή τῆς ζωῆς, ἡ κοινή ἐλπίδα καί πίστη μας πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό, νά ἐνδυναμώνει τούς πιστούς λαούς μας σέ μία ἐποχή συνεχῶς μεταβαλλόμενη, σέ μία ἐποχή πού ζητᾶ περισσότερο ἀπό ποτέ τήν κοινή μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, τῆς ἀδιάκριτης ἀγάπης, τῆς ἀνιδιοτελοῦς προσφορᾶς καί τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος.
[4]Κατά τή ρήση τοῦ ἁγ. Νικολάου τοῦ Μυστικοῦ.