Ομιλία Αρχιεπισκόπου στο Ἀρχιερατικόν Συλλείτουργον μετά του Πατριάρχου Μόσχας στον Ι.Ν. Αγίου Παντελεήμονος - Ἀχαρνων

Εκκλησία της Ελλάδος | Δημοσίευση: 02/06/2013

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Πα­τρι­άρ­χα Μό­σχας καί πά­σης Ρω­σί­ας, ἐν Χρι­στῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγα­πη­τέ ἀδελ­φέ καί συλ­λει­τουρ­γέ, κύ­ριε Κύ­ριλ­λε,

Ἡ εὐ­λο­γη­τή Σας πα­ρου­σία μᾶς ἐπι­τρέ­πει νά ἐκ­φρά­σου­με, μέσα ἀπό τήν κοι­νή με­το­χή στή Θεία Εὐ­χα­ρι­στία, τά βα­θύ­τα­τα αἰ­σθή­μα­τα φι­λα­δελ­φί­ας καί τι­μῆς πού τρέ­φου­με πρός τό πρό­σω­πό Σας καί τήν Ἐκ­κλη­σία τῆς Ρω­σί­ας, ὅπως καί νά δι­α­τρα­νώ­σου­με τούς μα­κραί­ω­νους ἀδελ­φι­κούς δε­σμούς με­τα­ξύ τῶν Ἐκ­κλη­σιῶν μας. Μᾶς συν­δέ­ουν κοι­νές ἱστο­ρι­κές μνῆμες καί κοι­νοί ἀγῶ­νες, καί ἐπι­πλέ­ον μᾶς ἑνώ­νουν ἡ μυ­στη­ρι­α­κή ζωή καί ἡ κοι­νή μαρ­τυ­ρία κατά τήν ἐκ­πλή­ρω­ση τῆς ἀπο­στο­λῆς μας στόν σύγ­χρο­νο κό­σμο.

Ἡ οἰ­κο­δό­μη­ση τῆς ἑνό­τη­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας δέν εἶ­ναι κάτι δε­δο­μέ­νο, ἀλλά ἐπι­βε­βαι­ώ­νε­ται μέσα στήν ἐμ­πει­ρία τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ Σώ­μα­τος. Εἶ­ναι καρ­πός τοῦ Ἁγί­ου Πνεύ­μα­τος καί τοῦ δι­αρ­κοῦς ἀγῶ­νος τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς κοι­νό­τη­τος, ἔκ­φρα­ση τῆς εὐ­χα­ρι­στι­α­κῆς συ­νει­δή­σε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί ἀν­τα­νά­κλα­ση τῆς κοι­νω­νί­ας τῶν Προ­σώ­πων τῆς Ἁγί­ας Τρι­ά­δος. Ἐν τέ­λει, ἡ Ἐκ­κλη­σία, μέσα ἀπό τή δι­α­κο­νία τοῦ θεί­ου λό­γου καί τῶν ἱε­ρῶν μυ­στη­ρί­ων, ἐκτεί­νε­ται με­τα­φέ­ρον­τας τήν ἀγά­πη Της πρός ὅλους τούς ἀν­θρώ­πους, τούς ἐγγύς καί τούς μα­κράν, ὅπως καί πρός σύν­ο­λη τή δη­μι­ουρ­γία τοῦ Θεοῦ. Κάτι τέ­τοιο ἐπι­τυγ­χά­νε­ται μέ κι­νή­σεις σταυ­ρι­κοῦ ἤθους πού φω­τί­ζον­ται ἀπό ἀνα­στά­σι­μη ἐλ­πί­δα, κατά τόν τύπο τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ὁ ὁποῖ­ος, σύμ­φω­να μέ τόν ἱερό ὑμνω­δό, «ἥπλω­σε τὰς πα­λά­μας» ἐπί τοῦ Σταυ­ροῦ, ἑνώ­νον­τας «τά τό πρίν δι­ε­στῶ­τα».

Δέν εἶ­ναι τυ­χαῖο ὅτι σέ αὐτή τή γῆ τήν ἐκ­κλη­σία τοῦ δή­μου δι­ε­δέ­χθη ἡ Ἐκ­κλη­σία τῶν πι­στῶν. Ἡ Ἐκ­κλη­σία ὑπάρ­χει γιά νά ἑνώ­νον­ται οἱ ἄν­θρω­ποι, «ἵνα πάν­τες ἕν ὦσιν»[1]«ἀλη­θεύ­ον­τες ἐν ἀγάπῃ»[2], καί «μιᾷ ψυχῇ συ­να­θλοῦν­τες τῇ πί­στει τοῦ Εὐ­αγ­γε­λίου»[3]. «Καί λοι­πόν ἐσμεν πάν­τες μιᾷ ψυχῇ, ἑνί πνεύ­ματι καί φρο­νή­ματι τό ἱε­ρόν κυ­κλοῦν­τες θυ­σι­α­στή­ριον»[4], «τη­ροῦν­τες τήν ἑνό­τητα τοῦ Πνεύ­μα­τος ἐν τῷ συν­δέ­σμῳ τῆς εἰ­ρή­νης»[5].

Παρά τή δι­οι­κη­τική κα­τά­τμηση, ἡ Ὀρ­θο­δο­ξία πα­ρα­μέ­νει ἑνω­μένη μέ τήν κοινή πί­στη καί μέ τόν ἱε­ρό αὐτό σύν­δε­σμο τῆς εἰ­ρή­νης καί τῆς ἐν Χρι­στῷ ἀγά­πης, ἡ ὁποία δέν γνωρίζει ὅρια καί διά τῆς ὁποίας δι­α­χρο­νι­κῶς δι­α­σφα­λί­ζε­ται ἡ ἑνό­τητα καί ἡ ἀλή­θεια τῆς Ἐκκλησίας. Μο­λο­νότι κάθε μία ἀπό τίς το­πι­κές Ἐκ­κλη­σίες δι­α­τη­ρεῖ τίς δι­κές της ἰδι­αι­τε­ρό­τη­τες, ὅλες μαζί συ­να­πο­τε­λοῦν τά ζων­τανά μέλη ἑνός ἑνι­αίου Σώ­μα­τος, τό ὁποῖο συγ­κρο­τεῖ­ται εὐ­χα­ρι­στι­ακά μέ τήν ἔμ­πρα­κτη πί­στη «εἰς μίαν, ἁγίαν, κα­θο­λι­κήν καί ἀπο­στο­λι­κήν» κοινότητα.

Ἡ συ­νάν­τη­ση καί συ­νο­μι­λία τοῦ Κυ­ρί­ου μας μέ τή Σα­μα­ρεί­τι­δα στή ση­με­ρι­νή εὐ­αγ­γε­λι­κή πε­ρι­κο­πή τῆς ἀπο­κά­λυ­ψε τήν «πηγή τῆς ζωῆς», αὐτή τήν ἴδια ζω­τι­κή πνοή πού ἔθρε­ψε ἱστο­ρι­κῶς τήν Ἑλ­λα­δι­κή καί τή Ρω­σι­κή Ἐκ­κλη­σία. Οἱ σε­πτές εἰ­κό­νες τῶν ἁγί­ων μορ­φῶν πού μᾶς πε­ρι­σκέ­πουν σέ αὐ­τόν τόν ἱερό ναό τοῦ Ἁγί­ου Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Παν­τε­λε­ή­μο­νος τοῦ Ἰα­μα­τι­κοῦ ἀπο­τε­λοῦν ἀψευ­δεῖς μάρ­τυ­ρες τῆς ἀνάγ­κης νά ἐμ­βα­θύ­νου­με καί νά προ­α­γά­γου­με τήν πνευ­μα­τι­κή μας κοι­νω­νία καί τίς κοι­νές δρά­σεις, «πί­στει καί λόγῳ καί γνώ­σει καί πάσῃ σπου­δῇ καί τῇ ἐξ ὑμῶν ἐν ἡμῖν ἀγά­πῃ» (Β΄ Κορ. η΄ 7), πρός ὄφε­λος ὅλων τῶν ἀδελ­φῶν μας.

Εὔ­χο­μαι ὁλό­ψυ­χα αὐτή ἡ πηγή τῆς ζωῆς, ἡ κοι­νή ἐλ­πί­δα καί πί­στη μας πρός τόν Ἰη­σοῦ Χρι­στό, νά ἐν­δυ­να­μώ­νει τούς πι­στούς λα­ούς μας σέ μία ἐπο­χή συ­νε­χῶς με­τα­βαλ­λό­με­νη, σέ μία ἐπο­χή πού ζητᾶ πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀπό ποτέ τήν κοι­νή μαρ­τυ­ρία τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς ἀγά­πης, τῆς ἀδι­ά­κρι­της ἀγά­πης, τῆς ἀνι­δι­ο­τε­λοῦς προσφορᾶς καί τῆς ἐν Χρι­στῷ ἑνό­τη­τος.



[1]Ἰω. ιζ´ 21.

[2]Ἐφ. δ´ 15.

[3]Φιλ. α´ 27.

[4]Κατά τή ρήση τοῦ ἁγ. Νικολάου τοῦ Μυ­στι­κοῦ.

[5]Ἐφ. δ΄ 3.