(protothema.gr)Στη θυσιαστική προσφορά της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, για την στήριξη των ανά τον κόσμο τέκνων της αλλά και για τη διαφύλαξη της ενότητας της Ορθοδοξίας, αναφέρθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος χοροστάτησε κατά τη Θεία Λειτουργία, που τελέστηκε, σήμερα στο Φανάρι, εορτή της μνήμης του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ενός από τους τρεις μεγάλους ιεράρχες και οικουμενικούς διδασκάλους της Εκκλησίας, τα ιερά λείψανα του οποίου βρίσκονται αποθησαυρισμένα στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό. Στην ομιλία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε και στο εκκλησιαστικό ζήτημα της Ουκρανίας, σημειώνοντας πως «το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ως πρωτεύθυνος και πρωτόθρονος Εκκλησία, με την πείραν και την σοφίαν των αιώνων που το χαρακτηρίζει, πράττει το εκάστοτε ορθόν και το εκάστοτε δίκαιον».
Μεταξύ των Ιεραρχών και των πιστών που εκκλησιάστηκαν, ήταν και ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Μάξιμος, ο οποίος συνόδευε πολυμελή όμιλο Καθηγητών και σπουδαστών των Δημοσίων Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης των Ιωαννίνων και της Λαμίας, που πραγματοποιούν προσκυνηματική επίσκεψη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Πόλη, με επικεφαλής τους διευθυντές των δύο εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος εξήρε το έργο και την αφοσίωση προς τη Μητέρα Εκκλησία του Μητροπολίτη Ιωαννίνων Μαξίμου, ο οποίος διαποιμαίνει μία «μεγάλη και ιστορική μητρόπολη του Οικουμενικού Θρόνου».
«Ανήκετε εις το κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως ένας των Ιεραρχών των λεγομένων Νέων Χωρών και εκτιμούμε αυτή την αγάπη, την ευλάβεια, την ευγνωμοσύνη και τον σεβασμόν σας προς το ιερόν τούτο Κέντρο της Ορθοδοξίας», σημείωσε, μεταξύ άλλων, και χαρακτήρισε αξιέπαινο το συνεχές ενδιαφέρον που επιδεικνύει ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων για την επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάστασή των νέων της επαρχίας του. «Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια υφίσταται μίαν αφαίμαξιν, μιαν αιμοραγίαν, παρα πολλά παιδιά της μορφωμένα και κατηρτισμένα, λόγω της ανεργίας και των γενικωτέρων συνθηκών, αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν και έτσι η Πατρίδα στερήθηκε του δυναμισμού, της μορφώσεως, του φιλοτίμου τους και επωφελούνται από όλα αυτά άλλες ξένες χώρες».
Απευθυνόμενος προς τους νέους σπουδαστές, από τα Δημόσια Ι.Ε.Κ. Ιωαννίνων και Λαμίας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε:
«Σήμερα δυστυχώς πολλοί νέοι αισθάνονται εντροπή – και είναι εντροπή να το λέμε αυτό –να εκδηλώνουν την θρησκευτικότητά τους, να δείχνουν ότι πιστεύουν, να κάνουν τον σταυρό τους όταν περνούν έξω από μία Εκκλησία, να εκκλησιάζονται και να κοινωνούν, φοβούμενοι μήπως θεωρηθούν καθυστερημένοι, υπανάπτυκτοι. Εσείς αντιθέτως είστε κοντά στην Εκκλησία, όπως μαρτυρεί το προσκύνημά σας αυτό, η παρουσία σας, το ότι είστε υπό την σκέπην του Μητροπολίτου Ιωαννίνων, αυτό δείχνει ότι συμμετέχετε στο Μυστήριον της Εκκλησίας και εις τα μυστήρια της Εκκλησίας, όπως πολλοί από εσάς εκοινώνησαν προ ολίγου των Αχράντων Μυστηρίων. Σας συγχαίρουμε και σας ευχόμεθα έτσι να συνεχίσετε σε όλη σας τη ζωή και όταν αργότερα θα αποκτήσετε οικογένειες και παιδιά να μεταδώσετε και σε αυτά, αυτή την αγάπη, τον σεβασμό και την αφοσίωση προς την Εκκλησία που είναι η σώτειρα του Γένους μας, που είναι η Κιβωτός της σωτηρίας. Θα μεταδώσετε και την αγάπη και τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία δια μέσου των αιώνων εκένωσεν εαυτήν, εθυσιάσθη για τα τέκνα της, για να τους δώσει την ελευθερίαν τους, την κατά κόσμον και την κατά Χριστόν, αυτήν την Μητέρα Εκκλησίαν η οποία βάλλεται πανταχόθεν, και προσφάτως εξ αφορμής του εκκλησιαστικού προβλήματος της Ουκρανίας. Εμείς πάντως πιστεύουμε απόλυτα ότι εκάναμε το χρέος μας ανεξαρτήτως, του τι λέγεται και του τι γράφεται, υπέρ, κατά, υβριστικά...».
Με αφορμή και την παρουσία του επαρχιούχου Επισκόπου Ταρτού Ηλία, της Αυτονόμου Εκκλησίας της Εσθονίας, ο Πατριάρχης ανέφερε: «Στην Εσθονία από το ’23 και εντεύθεν υπήρχε μία Αυτόνομος Εκκλησία. Ανεκηρύχθη αυτόνομος από τον προκάτοχό μου Μελέτιον τον Δ’, τον Μεταξάκην, μαζί με την αυτόνομον Εκκλησίαν της Φινλανδίας. Αυτήν την Εκκλησίαν της Εσθονίας την κατήργησεν με τα όπλα του Στάλιν η Μόσχα και την ενσωμάτωσε ως μίαν επαρχίαν εις τον κορμόν του Πατριαρχείου Μόσχας. Κατήργησε αυθαιρέτως και πραξικοπηματικώς το αυτόνομον της. Και όταν κατέρρευσεν ο Κομμουνισμός στις Βαλτικές χώρες και μας ζήτησαν Εκκλησία και Πολιτεία της Εσθονίας να αποκαταστήσουμε το αυτόνομόν της, το αυθαιρέτως καταργηθέν και καταπατηθέν, και ανταποκρίθηκε η Κωνσταντινούπολις σε αυτό το αίτημά τους, δυσαρεστήθηκε και πάλι τότε η Μόσχα και διέκοψε την Κοινωνία μαζί μας, όπως και τώρα. Ήταν ακόμη ο μακαριστός Πατριάρχης Αλέξιος ο Β’. Ευτυχώς εκείνη η διακοπή της Κοινωνίας κράτησε λίγο, εύχομαι και τώρα να κρατήσει λίγο. Αλλά δεν πτοούμεθα, εκεί θέλω να καταλήξω. Όσα και να λέγωνται και να γράφωνται και να γίνωνται το Οικουμενικό Πατριαρχείον, ως πρωτεύθυνος και πρωτόθρονος Εκκλησία, με την πείραν και την σοφίαν των αιώνων που το χαρακτηρίζει, πράττει το εκάστοτε ορθόν και το εκάστοτε δίκαιον».
Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος, αναφέρθηκε σε πρόσφατη συνέντευξη που παραχώρησε σε ελληνική εφημερίδα ο νέος Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ουκρανίας, Μητροπολίτης Κιέβου Επιφάνιος, ο οποίος είπε ότι με την χορήγηση της Αυτοκεφαλίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποκατέστησε την ιστορική δικαιοσύνη.
«Αυτο αισθανόμεθα ότι επράξαμε προς τους Ουκρανούς αδελφούς μας, τα εκατομμύρια των Ουκρανών αδελφών μας, οι οποίοι χωρίς να φταίνε σε τίποτα ευρέθησαν για τριάντα σχεδόν χρόνια εκτός κοινωνίας με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Γιατί; Γιατί ετιμωρήθη ο Φιλάρετος από την Μόσχα; Γιατί εζήτησε Αυτοκέφαλο. Τίποτε άλλο. Ούτε στα δογματικά παρεξέκλινε, ούτε την Ορθόδοξον πίστιν επρόδωσε, αλλά όταν η Ουκρανία με τα 45-50 εκατομμύριά της έγινε ανεξάρτητο Κράτος, ο Φιλάρετος, ο Κιέβου, ως εκφραστής της συνειδήσεως του λαού, ζήτησε το Αυτοκέφαλο. Και κακώς το εζήτησε από τη Μόσχα. Έπρεπε να το ζητήσει από την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία τους έδωσε τον χριστιανισμό, το βάπτισμα, τον πολιτισμό, το κυριλλικό αλφάβητο, και η οποία ήταν η μόνη που είχε αυτό το δικαίωμα και το προνόμιο να τους δώσει και την Αυτοκεφαλία. Εν πάση περιπτώσει, το εζήτησε από τη Μόσχα και αντί απαντήσεως, αντί χειραφετήσεως, καθηρέθη και εν συνεχεία αφορίστηκε. Εμείς βάλαμε τα πράγματα στη θέση τους, και δώσαμε την κοινωνία, την κανονικότητα, αγκαλιάσαμε με τη στοργή της Μητέρας τα εκεί παιδιά της ... Σας τα λέγω για να δείτε πως ακριβώς έχει η κατάστασις για να μην πιστεύετε την συστηματικήν παραπληροφόρησιν και προπαγάνδα, η οποία εκπορεύεται εκ του Βορρά».
Πριν διανείμει το αντίδωρο και μικρά ενθύμια, ως ευλογία, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος παρουσίασε στους σπουδαστές τον Επίσκοπο Αβύδου Κύριλλο, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον οποίο και συνεχάρη για την στήριξη που προσφέρει στη Μητέρα Εκκλησία και για τα περισπούδαστα κείμενα και μελέτες του, όπως η πρόσφατη που αναφέρεται στο δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη να δέχεται εκκλήτους προσφυγές κληρικών όλων των δικαιοδοσιών.