Tα του Καίσαρος τω Καίσαρι, τα του Θεού τω Θεώ. Η συνάντηση με τον μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαο δεν θα μπορούσε παρά να ισορροπεί σε αυτόν τον άξονα. Ειδικά, δε, όταν αυτή η συνάντηση λαμβάνει χώρα λίγες ημέρες μετά τη συμφωνία των Πρεσπών για τη «Βόρεια Μακεδονία».
Πρακτικώς, η συμφωνία είναι υπόθεση της εκλεγμένης κυβέρνησης. Ο 64χρονος μητροπολίτης διαφωνεί! «Δεν είναι μόνον του Καίσαρος… Το να φάει ο λαός είναι τυπικά θέμα του υπουργείου Πρόνοιας και όχι της Εκκλησίας. Αλλά θα το κάνουμε, όταν το κράτος αδυνατεί. Στο ζήτημα της καθημερινής επιβίωσης δεν λέμε, λοιπόν, “τα του Καίσαρος”. Το ίδιο ισχύει και για τα εθνικά θέματα. Βλέπετε σε όλη μας την Ιστορία είναι μαζί ο λαός, η πίστη, η παράδοση. Γι’ αυτό έχει λόγο στα εθνικά η Εκκλησία».
Στο ερώτημα εάν τελικά η Εκκλησία διεκδικεί de facto πολιτικό ρόλο, ο κ. Νικόλαος, έπειτα από έναν στιγμιαίο δισταγμό, σημειώνει πως «με την ευρύτερη έννοια του όρου “πολιτικό”, που σημαίνει συμμετοχή στη ζωή και στην καθημερινότητα, ασφαλώς και η Εκκλησία έχει ρόλο. Αλλά με την έννοια που κυκλοφορεί σήμερα, των κομματικών συμφερόντων, μάλλον μολύνεται η Εκκλησία. Ανάμειξη στα πολιτικά πράγματα σημαίνει εκκοσμίκευση της Eκκλησίας. Αν δεν έχεις ελπίδα στη χάρη του Θεού, ε! τότε κοιτάς να τα βρεις με τους πολιτικούς», καταλήγει.
Αμετακίνητος
Και η αλήθεια είναι ότι, στη διάρκεια της συνομιλίας μας, σε κανένα σημείο δεν προέκυψε η διάθεσή του να τα «βρει» με τους πολιτικούς. Έστω κι αν οι τοποθετήσεις του υπήρξαν εξόχως πολιτικές, όπως για το «Μακεδονικό»: «Ή αυτό που λέγεται Μακεδονία, όλη αυτή η περιοχή, όλη αυτή η ιστορία είναι κάτι που δένεται με τον Ελληνισμό, όπως πιστεύουν και ορθώς οι περισσότεροι, ή είναι ένα ψέμα, οπότε να το πετάξουμε στην άκρη».
Αντιτείνω ότι μπορεί να μην μας αρέσει, αλλά πρόκειται για κλασική διαδικασία εθνογένεσης. Ακόμη και με δάνεια ή ψεύδη, δύο εκατομμύρια κάτοικοι στα Σκόπια ακούν από τα σχολεία και την Εκκλησία τους ότι είναι «Μακεδόνες». Πώς θα τους επιβάλουμε να είναι μηδενικής εθνικότητας; «Είναι πολύ δύσκολο, σχεδόν αδύνατο» αναγνωρίζει ο επίσκοπος, προσθέτοντας: «Δεν μιλάμε για μηδενική εθνικότητα, αλλά για εθνικότητα με άλλο όνομα που πραγματικά να την αντιπροσωπεύει. Το κύριο, όμως, πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο οι πολιτικοί μας διαχειρίζονται τη δική μας Ιστορία. Οταν επίσημα χείλη αποκαλούν αυτούς που ομιλούν για ελληνικότητα της Μακεδονίας αμόρφωτα εθνίκια, ή όταν αντί να ακούσουν την κραυγή του λαού σε ένα συλλαλητήριο προσπαθούν να μειώσουν τα νούμερα, αυτό δείχνει επικίνδυνη τύφλωση…. Κυνηγούν τον λαό που υποτίθεται ότι υπηρετούν, τη συνείδησή του και την αίσθηση της αλήθειας».
Ο μητροπολίτης Μεσογαίας υπήρξε μεταξύ αυτών που διαφώνησαν με τη γραμμή αποχής από τα συλλαλητήρια. «Χριστόδουλος ή Ιερώνυμος;», είναι το εύλογο ερώτημα. «Θα μπορούσα να το αξιολογήσω εάν ήταν ο Χριστόδουλος το 2000 και πάλι ο Χριστόδουλος το 2018. Δεν είναι δίκαιο να κάνουμε συγκρίσεις, διότι πρόκειται για άλλες προσωπικότητες και επιπλέον για άλλες εποχές. Ο σημερινός αρχιεπίσκοπος παρέλαβε το σκάφος της Εκκλησίας το 2008, μόλις άρχιζε η κρίση. Λένε κάποιοι “αν ήταν ο Χριστόδουλος…”. Ασφαλώς θα ήταν διαφορετικά, αλλά ας μην είμαστε τόσο βέβαιοι ότι θα ήταν καλύτερα».
Με ρίζες στην, πλέον, «Βόρεια Μακεδονία», καθώς η προγιαγιά του γεννήθηκε στην Αχρίδα και η γιαγιά του στο Μοναστήρι πριν μεταναστεύσει το 1917 για τη Θεσσαλονίκη, ο Μεσογαίας έχει συγγενείς στα Σκόπια. «Εχουν διαμορφώσει μία αντίληψη ότι είναι Μακεδόνες, δεν μας το λένε για να μην προσβληθούμε», ωστόσο το ερώτημά του, παραμένει: «Εγώ τώρα τι είμαι; Δεν είμαι Μακεδόνας; Η ιστορία της Μακεδονίας ποιους ακολουθεί; Τους Σλάβους ή εμάς;». «Εδώ έγιναν πολύ μεγάλα λάθη, επί πολλά χρόνια. Οταν το 1985 έψαξα στη Harvard Widener Library, τη μεγαλύτερη πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, στο λήμμα Μακεδονία, ντρέπομαι που το λέω, πάνω από το 90% των αναφορών μιλούσαν για τα Σκόπια. Βρήκα ιστορικά για την αρχαία Μακεδονία και τίποτε σύγχρονο που να τη συνδέει με την Ελλάδα. Δεν μας φταίνε οι Σκοπιανοί, εμείς φταίμε».
Στο κλείσιμο του «κεφαλαίου Σκόπια», η αναφορά μου στα διεθνή εγκωμιαστικά σχόλια για τη συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων προκαλεί την αιχμηρή αντίδραση του συνομιλητή μου. «Δεν υπάρχει δημοκρατία στη Δυτική Ευρώπη. Δεν ακούγονται οι λαοί, όσο και αν καμαρώνουν και ανταλλάσσουν επαίνους μεταξύ τους οι ηγέτες. Και αυτό σε μία Ελλάδα που έχει κυβέρνηση που εξελέγη με τη σημαία της Αριστεράς! Ποιος πιστεύει σήμερα ότι μας λένε την αλήθεια; Ισως πιέζονται, δεν ξέρω. Δεν φταίνε που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά προβλήματα.
Φταίνε που παραμένουν στην εξουσία, φταίνε που λένε ψέματα, φταίνε που δεν ενώνονται όλοι μαζί, ώστε οι ικανότεροι να σώσουν την πατρίδα, τα παιδιά μας, το μέλλον μας». Μάλιστα, δεν κρύβει ότι επιδίωξή του θα ήταν μία τέτοια πορεία να την εμπνεύσει η ίδια η Εκκλησία. «Δεν έχω καμία ελπίδα, ενόσω πορευόμαστε έτσι. Πιστεύω ότι μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα, εάν αλλάξουμε ρότα. Η Εκκλησία μπορεί να δώσει αυτό το μήνυμα: Αφήστε τα πάθη σας και ελάτε όλοι μαζί να σώσουμε την Ιστορία, την πατρίδα, τον λαό. Τι σημασία έχει ποιος θα γίνει πρωθυπουργός; Οποιος βοηθήσει να βρεθούν οι ικανότεροι να μας ξελασπώσουν… θα είναι ο καλύτερος».
Πηγή: Καθημερινή