Στον Κάμπο της Παραμυθιάς, στο Καρυώτι, ένα εργαστήρι κατασκευής καμπάνας αντέχει στον χρόνο. Από γενιά σε γενιά, για περισσότερο από 150 χρόνια, η οικογένεια Γαλανόπουλου «υπηρετεί» την τέχνη στο μέταλλο. Η πολύχρονη εμπειρία αναδύεται μέσα από τα εκατοντάδες διαφορετικά εργαλεία που βρίσκονται επιμελώς τοποθετημένα στους χώρους του εργαστηρίου, τα καλούπια, τα χυτήρια. Δεν είναι δύσκολο να το εντοπίσεις. Στον προαύλιο χώρο μία μικρή έκθεση από καμπάνες δίνει το στίγμα. Η επιχείρηση δεν έχει πελάτες μόνον εγχώριους. Συναλλάσσεται με το Ισραήλ, την Κύπρο, τη Ρουμανία, τη Σερβία, τη Ρωσία και την Αμερική.
Ο Χρήστος Γαλανόπουλος με ενθουσιασμό δέχεται να ξεναγήσει το ΑΠΕ-ΜΠΕ στο εργαστήριο που για την οικογένεια του «είναι υπόθεση ζωής». Όπως αναφέρει, μαζί με τον αδελφό του μπήκαν στη δουλειά από μαθητές του Δημοτικού. Όταν ο ίδιος ήταν μόλις 8 χρόνων και ο αδελφός του μόλις 12, έχασαν σε τροχαίο δυστύχημα τον πατέρα τους. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Τα δύο παιδιά έπρεπε να συνεχίσουν την παράδοση της οικογένειας για την επιβίωση. Μετά το σχολείο, έμπαιναν στο εργαστήριο μέχρι αργά το απόγευμα κι έμαθαν την τέχνη. Σήμερα «περνούν» τη γνώση τους στους δικούς τους γιους.
Από το χθες στο σήμερα, οι συνθήκες άλλαξαν. Αλλά τα μυστικά του επαγγέλματος μένουν τα ίδια. Την εποχή του πατέρα και του παππού του -λέει ο τεχνίτης- χρειαζόταν μία ολόκληρη ημέρα για να λιώσουν 100 κιλά μέταλλο. Σήμερα, τέσσερις μεγάλοι φούρνοι, σύγχρονα χυτήρια, που θερμαίνονται με πετρέλαιο και αέριο, σε τρεις ώρες λιώνουν δύο τόνους μέταλλο. Ωστόσο, «χρειάζεται εμπειρία και η γνώση δεν σταματά. Κάθε μέρα που περνά μαθαίνουμε…». Το υλικό από το οποίο φτιάχνονται οι καμπάνες είναι κράμα από χαλκό και κασσίτερο. Τις ώρες που στους φούρνους λιώνουν τα μέταλλα, η θερμοκρασία στο εργαστήρι φτάνει και τους 65 βαθμούς!». Χαριτολογώντας μάλιστα, λέει πως με τον καύσωνα τα καλοκαίρια, βγαίνουν έξω από το εργαστήρι για να… δροσιστούν.
Για να είναι μια καμπάνα «αξιόπιστη», χρειάζεται το κατάλληλο καλούπι, σωστές αναλογίες στο πάχος του μετάλλου, αλλά και τέχνη στο κράμα των υλικών της. «Το μέταλλο, όταν το λιώνεις, βγάζει φυσαλίδες, γίνεται ζωντανός οργανισμός. Πρέπει να φύγουν οι φυσαλίδες. Χρειάζεται σωστή χύτευση με κατάλληλες θερμοκρασίες, γιατί και την ώρα που το ρίχνεις στο καλούπι χρειάζεται προσοχή. Όλα γίνονται με καλά μελετημένο συνδυασμό των διαφορετικών παραμέτρων. Έτσι έχεις σωστό αποτέλεσμα» εξηγεί ο κατασκευαστής και διευκρινίζει πως χρειάστηκαν δύο χρόνια για να φτιάξει καλούπια σε διαφορετικά μεγέθη. Τονίζει ακόμη ότι μία «αξιόπιστη» καμπάνα πρέπει να έχει καλή αρμονία και να ακούγεται πολύ μακριά. Μια τέτοια καμπάνα είναι κι εκείνη, βάρους 2,5 τόνων, που έφτιαξε το εργαστήρι για μοναστήρι στη Ρουμανία. Οι μοναχοί είπαν στον κατασκευαστή πως το χτύπημά της ακούεται σε απόσταση 45 χιλιομέτρων! «Μου το είπαν οι ίδιοι οι καλόγεροι, χωρίς να τους ρωτήσω» λέει με καμάρι ο κ. Γαλανόπουλος. Πάντως, η πιο μεγάλη καμπάνα που έχει βγει από το εργαστήρι του, βρίσκεται στον Ιερό Ναό Ιωσήφ και Μαγδαληνής, στον Εύοσμο της Θεσσαλονίκης, και ζυγίζει 3 τόνους και 350 κιλά. Αλλά δεν είναι μόνον ο ήχος και το βάρος. Είναι και το αισθητικό κομμάτι… Ομορφιά στην καμπάνα δίνει ο διάκοσμος. Πολλές εκκλησίες δίνουν παραγγελίες με παραστάσεις του Αγίου στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός.
Στην έκθεση, στο προαύλιο του εργαστηρίου, δεσπόζουν δύο μεγάλες καμπάνες, ακριβή αντίγραφα εκείνων που είχαν καταστραφεί από πυρκαγιά στο καμπαναριό του Ιερού Ναού του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους. «Στην εκκλησία του «Άξιον Εστί», στις Καρυές του Αγίου Όρους, το καμπαναριό είχε πάρει φωτιά. Με το νερό που έριξε η Πυροσβεστική έσπασαν δύο καμπάνες. Οι μοναχοί μάς ζήτησαν πιστά αντίγραφα. Τις παλιές τις κράτησαν ως ιερά κειμήλια. Η μεγαλύτερη βάρους 1.170 κιλών είχε κατασκευασθεί το 1874 και η δεύτερη το 1781 από Ρώσους τεχνίτες» λέει ο κ. Γαλανόπουλος και προσθέτει πως κράτησε αντίγραφα και για τη δική του συλλογή.
Η οικονομική κρίση δεν θα μπορούσε να μη «αγγίξει» και το συγκεκριμένο επάγγελμα… Όπως δηλώνει ο ίδιος, παλιότερα λειτουργούσαν στη χώρα δέκα εργαστήρια. Σήμερα εκτός από το δικό του, υπάρχει ένα ακόμη που δουλεύει με παραγγελίες. «Σήμερα, στο δικό μου εργαστήριο, εκτός από εμένα και τον αδελφό μου, απασχολούνται τέσσερις εργάτες. Παλαιοτέρα δουλεύαμε πολύ περισσότερα άτομα. Οι παραγγελίες είναι ελάχιστες και πολύ μεγάλο το κοστολόγιο» τονίζει. Ενημερώνει, δε, πως το εργαστήριό του μπήκε δύο φορές στο στόχαστρο κακοποιών για κλοπή χαλκού και ο ίδιος υπέστη ζημιά δεκάδων χιλιάδων ευρώ.