Λιτανεία της Ιεράς Εικόνας της Αγίας Φωτεινής

Εκκλησία της Ελλάδος | Δημοσίευση: 30/05/2016

Τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς μετά τόν μεθέορτο Ἑσπερινό, στόν ὁ­ποῖ­ο χο­ρο­στά­τη­σε ὁ Σε­βα­σμ. Μη­τρο­πο­λί­της Κί­τρους κ. Γε­ώρ­γιος, πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε ἡ πάν­δη­μη λι­τα­νεί­α τῆς ἱ­ε­ρᾶς Εἰ­κό­νας τῆς ἁ­γί­ας Φω­τει­νῆς. Πλῆ­θος λα­οῦ συμ­με­τεῖ­χε στήν λι­τα­νευ­τι­κή πομ­πή, ἐ­νῶ πολ­λοί χρι­στια­νοί πε­ρί­με­ναν με εὐ­λά­βεια στίς ἄ­κρες τῶν δρό­μων ἀ­να­μέ­νον­τας τή δι­έ­λευ­ση τῆς ἱ­ε­ρῆς πομ­πῆς. Στήν κεν­τρι­κή Πλα­τεί­α τῆς πό­λε­ως ἀ­να­πέμ­φθη­κε ἡ κα­θι­ε­ρω­μέ­νη δέ­η­ση καί ὁ Σε­βα­σμ. Μη­τρο­πο­λί­της μας κ. Συ­με­ών ἀ­πηύ­θυ­νε πρός τόν λα­ό θερ­μό χαι­ρε­τι­σμό μέ σύν­το­μη ἀ­να­φο­ρά στό ἐ­πί­και­ρο θέ­μα τοῦ με­τα­να­στευ­τι­κοῦ ζη­τή­μα­τος.

*

Ὁ Χαιρετισμός

τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου μας

 

            Οἱ ἄν­θρω­ποι, ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί, ἀ­πό τή φύ­ση μας ἔ­χου­με ἀ­νάγ­κη τῆς ἀ­νά­παυ­λας καί τῆς χα­ρᾶς πού μᾶς προ­σφέ­ρουν οἱ ἑ­ορ­τές μας. Τό ἐ­πε­σή­μα­ναν ἀ­πό τά ἀρ­χαῖ­α χρό­νια οἱ σο­φοί πρό­γο­νοί μας : «Βί­ος ἀ­νε­όρ­τα­στος μα­κρά ὁ­δός ἀ­παν­δό­χευ­τος». Δη­λα­δή : Ὁ ἀν­θρώ­πι­νος βί­ος χω­ρίς ἑ­ορ­τές, μοιά­ζει μέ μα­κρύ δρό­μο, μέ κο­πι­ῶ­δες τα­ξί­δι, χω­ρίς παν­δο­χεῖ­ο.

            Ἔ­τσι, γιά μιά ἀ­κό­μη φο­ρά, ἑ­ορ­τά­ζου­με σή­με­ρα τήν πο­λι­οῦ­χο καί προ­στά­τι­δα τῆς πό­λε­ώς μας, τήν ἁ­γί­α Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρα καί ἰ­σα­πό­στο­λο Φω­τει­νή.

            Τό πρωΐ τε­λέ­σα­με στόν Ἱ­ε­ρό Μη­τρο­πο­λι­τι­κό μας Να­ό, τόν ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νο στό ὄ­νο­μά της, τή θεί­α Λει­τουρ­γί­α. Λα­τρεύ­σα­με τόν ἀ­να­στη­μέ­νο Κύ­ριο. Ἐ­πι­κα­λε­σθή­κα­με τίς με­σι­τεῖ­ες τῆς Ἁ­γί­ας μας. Βε­βαι­ω­θή­κα­με στά βά­θη τῶν καρ­δι­ῶν μας καί πά­λι ὅ­τι «Θαυ­μα­στός ὁ Θε­ός ἐν τοῖς ἁ­γί­οις αὐ­τοῦ» (Ψαλμ. 67,36).

            Καί αὐ­τή τήν ὥ­ρα λι­τα­νεύ­ου­με τήν ἱ­ε­ρή εἰ­κό­να τῆς ἁ­γί­ας Φω­τει­νῆς. Ὄ­χι ἀ­πό συ­νή­θεια. Ὄ­χι ἀ­πό πα­ρά­δο­ση. Ὄ­χι για­τί τό βρή­κα­με, ἀλ­λά μέ τή βα­θιά πε­ποί­θη­ση ὅ­τι μέ αὐ­τή μας τήν πρά­ξη εὐ­λο­γεῖ­ται ἡ πό­λη μας. Ἡ χά­ρη τοῦ Θε­οῦ καί οἱ πρε­σβεῖ­ες τῆς Ἁ­γί­ας ἔρ­χον­ται νά σκιά­σουν τούς χώ­ρους τῆς κα­θη­με­ρι­νῆς μας ζω­ῆς. Τά σπί­τια μας. Τά κα­τα­στή­μα­τά μας. Τούς δρό­μους. Τήν κεν­τρι­κή αὐ­τή πλα­τεί­α τῆς πό­λε­ώς μας.

            Ἡ Νέ­α Σμύρ­νη, ἡ πό­λη μας, —τό γνω­ρί­ζε­τε, ἀ­δελ­φοί— ἀ­πο­τε­λεῖ μιά πό­λη προ­σφύ­γων. Δη­μι­ουρ­γή­θη­κε καί δι­α­μορ­φώ­θη­κε ἀ­πό τούς πρό­σφυ­γες προ­γό­νους μας, οἱ ὁ­ποῖ­οι τό ᾽22, με­τά τήν κα­τα­στρο­φή τῆς ἀ­λη­σμό­νη­της Σμύρ­νης τῆς Μι­κρα­σί­ας, ἦρ­θαν ἐ­δῶ καί μέ ἀ­γῶ­νες καί δά­κρυ­α ἔ­χτι­σαν τή νέ­α πό­λη τους, τή Νέ­α Σμύρ­νη τῆς ἀτ­τι­κῆς γῆς.

            Οἱ ρί­ζες μας αὐ­τές· ἡ προ­σφυ­γιά τῶν πα­τε­ρά­δων καί τῶν παπ­πού­δων μας, οἱ μνῆ­μες τῆς ὁ­ποί­ας μᾶς ἔ­χουν ἐμ­πο­τί­σει μέ­χρι τά μύ­χια τῆς ὑ­πάρ­ξε­ώς μας, δέν μπο­ρεῖ πα­ρά νά μᾶς εὐ­αι­σθη­το­ποι­οῦν μπρο­στά στό δρά­μα καί τῶν ση­με­ρι­νῶν προ­σφύ­γων πού ἔ­χουν φτά­σει στήν πα­τρί­δα μας.

            Ὀ­φεί­λου­με νά τούς σκε­φτό­μα­στε. Ὄ­φεί­λου­με νά προ­σευ­χό­μα­στε γι᾽ αὐ­τούς. Ὀ­φεί­λου­με νά τούς συμ­πα­ρα­στα­θοῦ­με. Ὅ­πως καί ὅ­σο μπο­ροῦ­με.

            Αὐ­τό μᾶς ζη­τᾶ σή­με­ρα κα­τά τήν ἑ­ορ­τή της ἡ ἁ­γί­α Φω­τει­νή, πού κι ἐ­κεί­νη στε­ρή­θη­κε τόν με­γα­λό­πρε­πο Να­ό της στή Σμύρ­νη. Τόν ἔ­κα­ψαν. Τόν ἀ­φά­νι­σαν. Καί ἔ­τσι ἦρ­θε ἐ­δῶ πρό­σφυ­γας. Καί ἡ εὐ­λά­βεια τῶν προ­σφύ­γων προ­γό­νων μας τῆς ἔ­χτι­σαν ἕ­να και­νούρ­γιο πε­ρί­λαμ­προ Να­ό. Ὄ­χι ἁ­πλῶς γιά νά μᾶς θυ­μί­ζει τήν πα­λαι­ά Σμύρ­νη, ἀλ­λά καί γιά νά λα­τρεύ­ου­με σ᾽ αὐ­τόν τόν ἀ­λη­θι­νό Θε­ό καί νά προ­σκυ­νοῦ­με τή χά­ρη της.

            Χρι­στός ἀ­νέ­στη, ἀ­δελ­φοί!

            Χρό­νια πολ­λά λου­σμέ­να στό φῶς, τή χα­ρά καί τήν ἐλ­πί­δα τοῦ ἀ­να­στη­μέ­νου Κυ­ρί­ου μας!