Τα εκκλησιαστικά γεγονότα του 2014 – Μέρος Πρώτο

Απόψεις - Άρθρα - Σχόλια | Δημοσίευση: 05/01/2015

Τα εκκλησιαστικά γεγονότα του 2014 – Μέρος Πρώτο

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

 

         Πολλά και σοβαρά ήσαν τα γεγονότα που συνέβησαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και γενικότερα που αντιμετώπισαν οι Χριστιανοί σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο κατά το 2014. Θα αναφερθούν τα, κατά την άποψη του υπογράφοντος, πιο σημαντικά. Τα γεγονότα χωρίζονται σε τέσσερα μέρη. Το πρώτο περιέχει τα γεγονότα του 2014 σε διαχριστιανικό επίπεδο. Θα ακολουθήσουν: Το δεύτερο, που θα περιλαμβάνει τα γεγονότα που συνέβησαν στους χριστιανούς σε παγκόσμιο επίπεδο, το τρίτο που θα περιέχει τις διορθόδοξες σχέσεις και στο τέταρτο θα περιγράφονται γεγονότα από την Εκκλησία της Ελλάδος. 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

                                Γεγονότα του 2014 σε διαχριστιανικό επίπεδο

        

         Τα κυριότερα γεγονότα του 2014 σε διαχριστιανικό επίπεδο ήσαν οι θεολογικοί  διάλογοι και η παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών (ΠΣΕ). Οι θεολογικοί διάλογοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους ετεροδόξους έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο. Ειδικότερα στον διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς υπήρξαν κινήσεις από το Φανάρι υποχώρησης σε θέματα Αρχών και Κανόνων  και προσχώρησης στην παπική λογική στο θέμα του Πρωτείου, αλλά αυτές δεν έγιναν δεκτές από τα άλλα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.

         Νεότερες πληροφορίες, που δόθηκαν στον υπογράφοντα επί της εισήγησης του Μητροπολίτου Μεσσηνίας στην Ιεραρχία του Οκτωβρίου 2014, για το θέμα των διαλόγων, αναφέρουν ότι ο κ. Χρυσόστομος σημείωσε ότι ο θεολογικός Διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς«σκιάζεται» τόσο από την προσηλυτιστική δράση της Ουνίας, όσο και από «τη δυσκολία κατανοήσεως, λειτουργίας και εφαρμογής του πρωτείου» στα πλαίσια της Συνοδικότητας και των εκκλησιαστικών δομών. Στην εκφρασθείσα άποψη  του τα μέλη της Ιεραρχίας δήλωσαν ικανοποιημένα και δεν θέλησαν να διευρύνουν τη συζήτηση στην καιροσκοπική  συμπεριφορά του Φαναρίου προς το Βατικανό, (Σημ. Βλέπε συναντήσεις του Οικ. Πατριάρχη με τον Πάπα κατά το 2014 στη Ρώμη, στα Ιεροσόλυμα, πάλι στη Ρώμη και στο Φανάρι)   ούτε στις θεολογικά και εκκλησιολογικά απαράδεκτες περί Πρωτείου απόψεις του εκπροσώπου του Φαναρίου και συμπροέδρου της Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου Ορθοδόξων Ρωμαιοκαθολικών, Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ιωάννου, όπως εκφράστηκαν στο Αμμάν της Ιορδανίας κατά τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας της εν λόγω Επιτροπής, από τις 15 έως τις 23 Σεπτεμβρίου 2014.  

         Ο Πάπας χρησιμοποιεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο στις δημόσιες σχέσεις του και δι’ αυτού επιχειρεί να  προωθήσει τις πάγιες επιδιώξεις του Βατικανού σε βάρος των Ορθοδόξων, την ώρα που έχει να λύσει πολλά και σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, και να αντιμετωπίσει την Κούρια, μετά τον πόλεμο που στις 22 Δεκεμβρίου 2014 κήρυξε επισήμως εναντίον της.

         Ερώτημα παραμένει γιατί ο Οικουμενικός Πατριάρχης δέχεται να χρησιμοποιείται από τον Πάπα και να προχωρεί σε ενέργειες πέραν αυτών της φιλοφροσύνης, όπως η συμπροσευχή και η συνευλογία. Αν θεωρεί ότι  κερδίζει σε δημοσιότητα κάνει λάθος. Ελάχιστοι ασχολούνται με το θέμα. Αν πάλι νομίζει ότι έτσι ισχυροποιεί τη θέση του μεταξύ των Ορθοδόξων τοπικών Εκκλησιών και τις προκαταλαμβάνει στη στάση τους έναντι των Λατίνων πλανάται. Τίποτε δεν μπορεί να συμβεί μονομερώς. Αν τέλος νομίζει ότι με τη σχέση του με τον Πάπα αποκτά ένα επί πλέον επιχείρημα για να πείσει  την τουρκική κυβέρνηση περί της  αξίας του Πατριαρχείου και περί του ότι  είναι προς το συμφέρον της να αναγνωρίσει την οικουμενικότητά του έχει αστοχήσει. Η τουρκική κυβέρνηση έχει τη στρατηγική της και δεν επηρεάζεται από επιχειρήματα θεσμών, όταν μάλιστα τους θεωρεί αδύναμους, ως προς την κοσμική τους ισχύ. Προβαίνει σε κάποια ενέργεια μόνο όταν θεωρεί ότι είναι προς το συμφέρον της.

         Η προοπτική Θεολογικού Διαλόγου με τους Αγγλικανούς έχει πλήρως αποδυναμωθεί, κατόπιν της αποφάσεως τους να χειροτονούνται  γυναίκες «εις την ιερατικήν και χαρισματικήν ιερωσύνην» και στην πλήρη προσχώρησή τους στην ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης και του συγκρητισμού. Σημειώνεται ότι στις 17 Δεκεμβρίου 2014  οι Αγγλικανοί προχώρησαν και στην χειροτονία της πρώτης γυναίκας «Επισκόπου» στην Αγγλία. Πρόκειται για την κυρία Λίμπι Λέϊν, η οποία ανέλαβε την επισκοπή του Σκόκπορτ. «Επισκοπίνες» ετοιμάζονται και για τις περιφέρειες Γκλόσεστερ, Οξφόρδης και Νιούκαστλ. Ετοιμάζεται επίσης τροπολογία του ισχύοντος στη Μεγ. Βρετανία Νόμου, ώστε, όπως οι Επίσκοποι, έτσι και οι «Επισκοπίνες» να μπορούν να καταλάβουν θέση στη Βουλή των Λόρδων. Εξάλλου ο πρώην Επίσκοπος Οξφόρδης της Αγγλικανικής Εκκλησίας και μέλος της Βουλής των Λόρδων Χάρις οφ Πέντρεγκραρθ μιλώντας σ’ αυτήν πρότεινε ο μέλλων βασιλιάς, όταν ορκισθεί, εκτός από τον όρκο που θα δώσει στη Βίβλο να διαβάσει και ένα κομμάτι του Κορανίου, προς ευμένεια των μουσουλμάνων…

         Ανεκόπη εξάλλου ο θεολογικός Διάλογος με τους Παλαιοκαθολικούς, κατόπιν της εισαγωγής της χειροτονίας των γυναικών σε ορισμένες τοπικές παλαιοκαθολικές κοινότητες και της υιοθέτησης της μυστηριακής διακονίας (intercommunion), χωρίς την προϋποτιθέμενη «κοινωνία εν τη πίστει».

         Στην πορεία αξιολόγησης των ποιμαντικών και λειτουργικών θεμάτων βρίσκεται  ο θεολογικός Διάλογος με τις Αντιχαλκηδόνιες Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες.  Κατά τον αείμνηστο πρωτοπρεσβύτερο π. Στέφανο Αβραμίδη, επί σειρά ετών γραμματέα της Συνοδικής Επιτροπής Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο επίσημος διάλογος με τους Αντιχαλκηδονίους παραμένει ανενεργός από το 1993. Και εξηγεί: «Αυτό οφείλεται στην απροθυμία τους να τον συνεχίσουν, εξ αιτίας του ότι, εφόσον δέχθηκαν την Ορθόδοξη ερμηνεία της θεολογίας της Δ΄ οικουμενικής Συνόδου, το επόμενο βήμα θα είναι να δεχθούν και αυτή την ίδια τη Σύνοδο ως Οικουμενική, κάτι το οποίο θα σήμαινε ότι για 1563 χρόνια εσφαλμένα επέμειναν στην απόρριψη αυτής».

         Οι Αντιχαλκηδόνιοι ( Αρμένιοι, Κόπτες, Συροορθόδοξοι και άλλοι), είναι συμπαθείς στους Ορθοδόξους, γιατί παρά τις μεγάλες πιέσεις που δέχθηκαν, αντιστάθηκαν και δεν υπέκυψαν στον Πάπα και δεν έγιναν Ουνίτες, όπως οι Μαρωνίτες λ.χ. Είναι επίσης συμπαθείς γιατί, για την Πίστη τους, όπως οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, υπέστησαν διωγμούς και γενοκτονία από τους Οθωμανούς και τους Άραβες και πρόσφατα από τους ισλαμιστές   του Ισλαμικού Κράτους. Αλλά άλλο είναι η συμπάθεια και άλλο η συμπροσευχή.

         Δυσχερέστατοι  είναι οι θεολογικοί Διάλογοι με τους Προτεστάντες: Λουθηρανούς, Μεταρρυθμισμένους και λοιπούς. Η εκ μέρους τους απόρριψη της Ιεράς Παράδοσης, η «χειροτονία» γυναικών και ομοφυλόφιλων από κάποιες προτεσταντικές παραφυάδες, η  αποδοχή του «γάμου» των ομοφυλόφιλων, η με άφθονα χρήματα επιχείρηση  προσηλυτισμού στην πλάνη τους των  Ορθοδόξων και η επιδίωξή τους ο Διάλογος από θεολογικός να καταστεί κοινωνιολογικός τον καθιστά παντελώς άσκοπο. Το άσκοπο του διαλόγου με τους Προτεστάντες  επισήμανε και ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας στην Ιεραρχία.

         Ως συμπέρασμα της αναφοράς του στους Διαλόγους ο κ. Χρυσόστομος ανέφερε στην ομιλία του, στην Ιεραρχία:

         « Η μελλοντική συνέχισις όλων των προαναφερθέντων διμερών Θεολογικών Διαλόγων δεν υπηρετεί πλέον ουδέν έτερον ει μη μόνον την διατήρησιν των καλών σχέσεων και την διακριτικήν συνεργασίαν επί θεμάτων ουχί θεολογικών, αλλά κυρίως επί θεμάτων ακαδημαϊκών, συναντήσεως και αντιμετωπίσεως κοινών κοινωνικών προβλημάτων».

         Παρόλα αυτά απαντά καταφατικά στο ερώτημα αν υπάρχει κάτι το θετικό από τη συμμετοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στους Θεολογικούς Διαλόγους. Την απάντησή του τη δικαιολογεί με δύο επιχειρήματα: α) Με την προσφερόμενη δυνατότητα και διευκόλυνση της ακτινοβολίας της ορθόδοξης μαρτυρίας στον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο και β) Με την αναθεώρηση πολλών από τις παραδόσεις της Δύσεως «υπό το φως της πατερικής παραδόσεως και της μυστηριακής εμπειρίας της πρώτης χιλιετίας, του κοινού δηλαδή ιστορικού βίου της Εκκλησίας». Τα γεγονότα  βεβαίως δεν δικαιολογούν τη θετική απάντηση του Σεβασμιωτάτου. Οι εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας στους θεολογικούς διαλόγους επιχειρηματολογούν και εμπλέκονται σε ατέρμονες και άκαρπες συζητήσεις και εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι δεν επιτυγχάνουν οποιαδήποτε επίδραση στους  άλλους χριστιανούς, που το 2014 απομακρύνθηκαν ακόμη περισσότερο από την Αλήθεια και την Ευαγγελική διδασκαλία.

        

         Ως προς τη συμμετοχή των Ορθοδόξων στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών (ΠΣΕ) ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας είπε στην Ιεραρχία τα αυτονόητα: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αν και αποτελεί εν εκ των ιδρυτικών μελών του ΠΣΕ ουδέποτε απεδέχθη την ιδέαν <ισότητος των Ομολογιών> και την ενότητα της Εκκλησίας ως τινα <διομολογιακή προσαρμογή>. Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν θεωρεί, ότι το ΠΣΕ είναι, ούτε δύναται να καταστή <Εκκλησία> ή <υπέρ-Εκκλησία>, το μόνον το οποίον αναγνωρίζει εις αυτό είναι η δυνατότης να φέρη εις επικοινωνίαν τας διαφόρους Ομολογίας και Παραδόσεις και να προωθή τον διάλογον μεταξύ αυτών…». Η αλήθεια είναι ότι πέραν της θεωρητικής εικόνας και των αυτονόητων, στην πράξη συμβαίνουν στο ΠΣΕ πολλά ατοπήματα εκ μέρους των εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η απόλυτη οικονομική κυριαρχία των Προτεσταντών και ειδικότερα των Γερμανών Λουθηρανών στο ΠΣΕ και η απόλυτη πλειονοψηφία στις ψήφους την οποία διαθέτουν στα διοικητικά όργανά του και στον αριθμό των στελεχών της γραφειοκρατίας του,  καθιστούν τον εν λόγω Οργανισμό καθαρά προτεσταντικής αντίληψης στην οργάνωση και στη δράση του. Εκπρόσωπος Ορθοδόξου τοπικής Εκκλησίας στο ΠΣΕ, που ήταν και στο Πουσάν της Νότιας Κορέας, εκμυστηρεύθηκε στον υπογράφοντα, ότι εκείνο που του έμεινε ήταν το ταξίδι στη μακρινή αυτή χώρα, την οποία με άλλον τρόπο και δωρεάν δεν θα μπορούσε να γνωρίσει…  

         Η δομή και η λειτουργία του ΠΣΕ  υποχρεώνουν τους περισσότερους Ορθόδοξους, κληρικούς και λαϊκούς, που συμμετέχουν στα όργανά του, να προσαρμόζονται στην προτεσταντική λογική. Ακόμη και Αρχιερείς Ορθόδοξοι συνυπογράφουν κείμενα καθαρά προτεσταντικής θεολογικής αντιλήψεως. Οι Ορθόδοξοι με τη συμπεριφορά τους δείχνουν ότι έχουν αποδεχθεί το ρόλο των κομπάρσων στο ΠΣΕ και του άλλοθι  για τους Προτεστάντες να φαίνεται προς τα έξω ως Διαχριστιανικός Οργανισμός. Πέντε Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος (Δρυινουπόλεως Ανδρέας, Γλυφάδας Παύλος, Κυθήρων Σεραφείμ, Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμάς και Γόρτυνος Ιερεμίας)  το 2014 με υπόμνημά τους στην Ιερά Σύνοδο επέκριναν ως εκκλησιολογικά απαράδεκτες τις θέσεις του ΠΣΕ, όπως διατυπώθηκαν στη Γενική του Συνέλευση, στο Πουσάν.

         Ειδικό πρόβλημα της παρουσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στο ΠΣΕ αποτελεί το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι της δεν έχουν ποτέ δική τους άποψη και  πάντα ακολουθούν χωρίς καμία διαφοροποίηση τη στάση και την πολιτική  του Φαναρίου.  Συνέπεια της στάσεως τους είναι να σχολιάζονται αρνητικά από τους άλλους Ορθοδόξους και φυσικά από τους Προτεστάντες και να συμβάλλουν στην πόλωση μεταξύ των Ορθοδόξων σε «ελληνόφωνους» και «σλαβόφωνους». Επί των διαχριστιανικών θεμάτων η συνήθης τακτική της Εκκλησίας της Ελλάδος οι αποφάσεις και τα διάφορα κείμενα του ΠΣΕ τίθενται στο συρτάρι και δεν λαμβάνονται αποφάσεις επί αυτών. Επίσης επ΄ αυτών ελάχιστη είναι η ενημέρωση κληρικών και λαϊκών.  

         Το χειρότερο είναι πως ορισμένες φορές, ακολουθώντας την πολιτική του Φαναρίου  ενεργούν ενάντια στο Δίκαιο και στην Αλήθεια. Στη 10η Γενική Συνέλευση του ΠΣΕ λ.χ., στο Πουσάν της Νότιας Κορέας, η Ελληνική Αντιπροσωπεία δεν έθεσε το θέμα της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου από τους Τούρκους, κατόπιν συστάσεως  των εκπροσώπων του Φαναρίου, για να μην ενοχληθεί η Κυβέρνηση Ερντογκάν...

         Αντίθετα το έθεσαν οι Αρμένιοι, οι οποίοι πέτυχαν το 2015, έτος που συμπληρώνονται τα 100 χρόνια από την έναρξη της Γενοκτονίας τους από την Τουρκία των Νεοτούρκων και του Κεμάλ, να λάβουν χώρα στο ΠΣΕ  σημαντικές εκδηλώσεις γι’ αυτήν, στα πλαίσια όσων διοργανώνονται σε όλες τις χώρες του κόσμου, φυσικά και στην Ελλάδα. Σημειώνεται ότι το 2014, που συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την έναρξη της Γενοκτονίας των Ελλήνων, ελάχιστες εκδηλώσεις Μνήμης έγιναν στην Ελλάδα από κρατικούς και εκκλησιαστικούς οργανισμούς. Αυτές που έγιναν ήσαν με πρωτοβουλία πολιτών, ενώ  καμία δεν διοργανώθηκε στο εξωτερικό. Σημειώνεται ακόμη πως και οι Αρμένιοι έχουν στην Κωνσταντινούπολη Πατριαρχείο και κοινότητα, και αυτοί είναι επίσης σε πολύ δύσκολη θέση, έχουν μάλιστα και θύματα από εξτρεμιστές Τούρκους, αλλά μπρος από την πολιτική βάζουν την Αλήθεια, τη Μνήμη και  το Δίκαιο.-