Απόψεις - Άρθρα - Σχόλια | Δημοσίευση: 11/11/2011
Οι άνθρωποι που πηγαίνουν τακτικά στην εκκλησία και γενικά ακολουθούν τις επιταγές της θρησκείας, έχουν γενικά μεγαλύτερη αισιοδοξία και κινδυνεύουν λιγότερο από κατάθλιψη, σε σχέση με όσους δεν θρησκεύονται, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη έρχεται να επιβεβαιώσει προηγούμενες έρευνες, οι οποίες επίσης έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμμετοχή στα εκκλησιαστικά και γενικότερα στα θρησκευτικά δρώμενα προάγει τόσο την ψυχολογική, όσο και τη σωματική υγεία, αυξάνοντας το προσδόκιμο ζωής. Αυτό συμβαίνει, πιθανότατα, επειδή η θρησκεία έχει την ικανότητα να μειώνει το άγχος της καθημερινότητας, να δίνει νόημα στη ζωή και να καταστέλλει τις βλαβερές συνήθειες.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Γεσίβα της Νέας Υόρκης, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό για θέματα θρησκείας και υγείας «JournalofReligionandHealth», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, διαπίστωσαν ότι όσοι πηγαίνουν στην εκκλησία ή σε άλλο λατρευτικό χώρο της δικής τους θρησκείας (τζαμί, συναγωγή κ.ά.) πάνω από μία φορά την εβδομάδα, ήταν 56% πιθανότερο να βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο στην κλίμακα της αισιοδοξίας, σε σχέση με όσους αδιαφορούν για τις λατρευτικές και θρησκευτικές τελετουργίες. Επίσης, οι πιο τακτικά θρησκευόμενοι ήταν κατά 22% λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν κατάθλιψη, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Πάντως οι ερευνητές διευκρίνισαν πως δεν συνεπάγεται ότι επειδή κάποιος θα αρχίσει να πηγαίνει συχνά στην εκκλησία, κατ' ανάγκη η ζωή του θα γίνει «φωτεινή». «Υπάρχει μεν συσχέτιση, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει και σχέση αιτιότητας», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας. «Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι γενικά οι πιο αισιόδοξοι άνθρωποι είναι αυτοί που έλκονται από τη θρησκεία. Δεν είναι ανάγκη ότι κάποιος που πηγαίνει στην λειτουργία της εκκλησίας, θα γίνει οπωσδήποτε πιο αισιόδοξος, υπάρχει μόνο η πιθανότητα να συμβεί αυτό».
Από την άλλη, οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι η έρευνά τους εστιάστηκε σε ηλικιωμένες γυναίκες, οπότε μπορεί να μην ισχύει το ίδιο για τους άνδρες ή γενικά για τους νεότερους ανθρώπους. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι πιο προχωρημένης ηλικίας γυναίκες που εμπλέκονται στα εκκλησιαστικά πράγματα, έχουν να κερδίσουν τα περισσότερα οφέλη από αυτήν τη δραστηριότητά τους.
Μία προηγούμενη μελέτη, επίσης του ίδιου επιστήμονα και με την ίδια ομάδα γυναικών, το 2008, είχε βρει ότι όσες εκκλησιάζονταν τακτικά, είχαν μειωμένο κατά 20% κίνδυνο θανάτου μέσα στην επόμενη οκταετία. Στις δύο μελέτες, την παλαιότερη και την πρόσφατη, συμμετείχαν σχεδόν 93.000 γυναίκες ηλικίας 50 - 79 ετών στις ΗΠΑ, εκ των οποίων το 14% πήγαιναν στην εκκλησία πάνω από μία φορά την εβδομάδα, το 30% μία φορά κατά μέσο όρο, το 21% λιγότερο από μία φορά εβδομαδιαίως και το 34% καθόλου ή σχεδόν καθόλου.
Οι ερευνητές δεν διαπίστωσαν να υπάρχει σχέση αναλογίας ανάμεσα στη συχνότητα επισκέψεων στην εκκλησία και στο βαθμό ψυχικής υγείας, δηλαδή δεν φαίνεται ότι, όσο αυξάνεται η «δοσολογία» της θρησκείας, τόσο αναλογικά βελτιώνεται και η ψυχική διάθεση του εκκλησιαζόμενου. Το πιθανότερο είναι, κατά τον Σναλ, ότι η τακτική συμμετοχή στα δρώμενα της θρησκείας αρκεί να ενθαρρύνει μια θετική στάση ζωής και μία μεγαλύτερη ηρεμία, ενώ υπάρχουν θετικές επιπτώσεις και στη σωματική υγεία, καθώς όσοι θρησκεύονται τακτικά, τείνουν να καπνίζουν και να πίνουν λιγότερο, να πηγαίνουν πιο συχνά σε γιατρούς και γενικά να ακολουθούν ένα πιο υγιεινό στιλ ζωής.